Άρθρο του Ιωάννη Φορτούνα

Έφυγε από τη ζωή μετά από ολιγοήμερη ασθένεια στις 19 Οκτωβρίου ο λίαν αγαπητός σε όλους μοναχός της Ιεράς Μονής του Σινά π. Ιωάννης Αλειφέρης, ο εκκλησάρης της μονής, από τα Βάτικα της Λακωνίας.

Διακρινόταν για την φιλανθρωπία του, δίδοντας ό,τι είχε στα χέρια του, τρόφιμα ή άλλα είδη, ενώ την οικονομική αποζημίωση που ελάμβανε την εμοίραζε ολάκερη εις τους αγαπημένους του φτωχούς βεδουίνους.

Κάποτε, που είχε μία σοβαρή δερματική νόσο και ένας προσκυνητής του έφερε από το εξωτερικό μία σπάνια αλοιφή, την επαύριο την είδε στα χέρια του θυρωρού της Μονής που έπασχε από την ίδια ασθένεια!

Οι   Βεδουίνοι   της   περιοχής   πίστευαν   ότι   είναι   άγιος,   γι΄   αυτό   και  συχνά   τον ρωτούσαν για την ζωή τους, αυτός δε, αν πιεζόταν φορτικώς υπέκυπτε και έδινε τη λύση, όπως με τον νεαρό που αναρωτιόταν αν θα πάει στο στρατό «εσύ δεν θα πας,  του είπε, αλλά   αυτός–και έδειξε κάποιον  άλλο  νεαρό-θα  πάει»  κι έτσι κι έγινε!!!

Μια  φορά σε έναν ιερομόναχο  που είχε αποκλειστεί  στη μονή,  αν και δεν θα υπήρχε συγκοινωνία τις επόμενες ημέρες, «αύριο πάτερ -του είπε -στις 2 η ώρα θα φύγεις από τη μονή» και όντως το αυτοκίνητο της μονής ήρθε εντελώς έκτακτα και τον πήρε στην επιστροφή στις 2 ακριβώς! 

Αλλά το πιο σημαντικό ήταν το χάρισμα της διά Χριστόν σαλότητος, το οποίο και διαφύλαξε ως κόρην οφθαλμού εμφανιζόμενος στους ανθρώπους ως παράφρων. Παρίστανε τον τρελό, τον αδαή, τον ελαφρόμυαλο, γυρνώντας από εδώ και απ’ εκεί,   έλεγε   δε   ασυναρτησίες   όταν   τον  πλησίαζε   κάποιος,   διακόπτοντας   την συνομιλία   του   με   το  Θεό,   ενώ  σε  επίσημες   συναντήσεις   πετούσε   άξαφνα   μία άσχετη λέξη προκαλώντας την θυμηδία.

Μια μέρα που ένας φιλοξενούμενος ιεράρχης στη γιορτή της Αγίας Αικατερίνης ήταν ντυμένος με εξεζητημένα άμφια και φάνταζε επάνω στο θρόνο, επιδιώκοντας την   αυτοπροβολή,   πήγε   από   κάτω   του   τον  κοίταζε   έως   ότου   αποσπάσει   την προσοχή του και μετά έφυγε καγχάζοντας…

Ενώ πριν εγκαταλείψει τον κόσμο ήταν έτοιμος να ακολουθήσει πανεπιστημιακή καριέρα, δεν έμπαινε σε συζητήσεις, παριστάνοντας τον ανόητο. Σπάνια όμως και όταν τον ρωτούσαν έδινε απαντήσεις που εξέπλητταν τους γύρω του, όπως όταν μια   φορά   σε   σύναξη   που συζητούσαν   οι   πατέρες   θεολογικά   και   ηγέρθη   το ερώτημα  εάν το τάδε  χωρίον εμπεριέχεται στο  Ευαγγέλιο ή όχι  και  τελικά μη ευρίσκοντας λύση, κάποιος από τους μοναχούς είπε «ας ρωτήσουμε και τον π. Ιωάννη» –που ήτο παρών αλλά μη συμμετέχων – «πάτερ Ιωάννη το τάδε χωρίον της  Αγίας  Γραφής   είναι που  ευρίσκεται;»  και   εκείνος   τους  είπε   αμέσως τρείς λέξεις: τον Ευαγγελιστή, το κεφάλαιο και τον στίχο!!

Σαν  εκκλησάρης  μπέρδευε τα  μπουκαλάκια  με  το λάδι,  άλλα  έχανε,  άλλα δεν εύρισκαν, μόνον που τελικά ανακάλυψαν ότι τα «χαμένα» μπουκαλάκια δίδονταν από αυτόν κρυφά στους πτωχούς χωριάτες. Αυτός ήτο ο  πατήρ Ιωάννης ο διά Χριστόν σαλός.

Τέτοιοι ωραίοι άνθρωποι και αληθείς μοναχοί με την «σαλότητά» τους αποτελούν σπάνια   ευλογία   και   ουράνιο   δώρο   σε   μία   εποχή γενικευμένης   υποκρισίας, αποτελώντας   για   μας   τον   καθρέφτη   και την   εικόνα   ενός   άλλου   κόσμου   που διασώζεται πέραν από τα συνήθη τυπικά ηθικά σχήματα.

Αιωνία του η μνήμη!

Αρέσει σε %d bloggers: