Φωτογραφία: Το άγαλμα του Χεδίβη Ισμαήλ μπροστά από το Μνημείο Αγνώστου Στρατιώτη Πολεμικού Ναυτικού, το οποίο μετά τη Νασερική Επανάσταση αφαιρέθηκε και σήμερα βρίσκεται στην Πλατεία Σιδηροδρόμου
Σ΄ όλες τις εκφάνσεις της αιγυπτιακής πραγματικότητας, με το έναν ή τον άλλον τρόπο, συμμετείχαν και συνεισέφεραν οι Αιγυπτιώτες Έλληνες.
Έτσι, τον Οκτώβριο του 1874 διαβάζουμε πως : ¨Χθες μετά μεσημβρίαν συνήλθεν εν τω χρηματιστηρίω συνέλευσις των εμπόρων όπως αποφασίση περί του σχεδίου της ανεγέρσεως ανδριάντος της Α.Υ. του Χεδίβου. Επί τούτω διωρίσθη επιτροπή υπό την προεδρείαν του κ. Συναδινού. Η επιτροπή θέλει συνίστασθαι εξ 25 μελών και θέλει αντιπροσωπεύει εν τη παρούση περιστάσει πάσαν την ευρωπαϊκήν αποικίαν¨. Την επομένη εξελέγησαν τα μέλη της ανωτέρω επιτροπής, τα οποία κατά σειρά ψήφων ήταν τα εξής : Συναδινός (137 ψήφοι), Κάρβερ, Ράλλης, Λουζάτος, Λανγ, Καπράρας, Δάρας, Ισμαλούμ, Δωβρέ, Σινανός, Μενάσσας, Οππενάιμ, Χωρέμης, Πάδοβας, Βελ, Δε Βατόστης, Δαβιδύον, Γεωργαλάς, Βροσσάρδ, Αντωνιάδης, Πέπε, Βάρκερ, Άιδες, Ρόβερστ, Νικολόπουλος (53 ψήφοι). Ένα μήνα αργότερα δε, ο Αιγύπτιος πρίγκιπας Χαλίμ Πασάς που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη προσέφερε υπέρ του σκοπού αυτού 250 λίρες.
Απ΄ ότι φαίνεται όμως, το σχέδιο δεν ευοδώθηκε και έπρεπε να περάσουν 61 χρόνια, οπότε τον Οκτώβριο του 1935 ολοκληρώθηκε το χάλκινο άγαλμα του Χεδίβη Ισμαήλ, το οποίο σε σχετική εκδήλωση αποκάλυψε ο Βασιλέας Φαρούκ στις 4/12/1938. Το άγαλμα, που φιλοτέχνησε ο PietroCanonica (1869-1959), ήταν προσφορά της ιταλικής παροικίας στην πόλη της Αλεξάνδρειας, ενώ το σε ρωμαϊκό στυλ βάθρο του σχεδιάστηκε από τον επιστάτη των ανακτόρων του Ernesto Verucci Bey.
Μεταφερόμενοι πάλι πίσω στο χρόνο, διαβάζουμε πως στις 14 Αυγούστου 1873, παρουσία του Χεδίβη, ¨ετέρα τελετή εγίνετο εν τη πλατεία Μεχμέτ Αλή, η των αποκαλυπτηρίων του ανδριάντος του Μεκεδόνος αναμορφωτού της Αιγύπτου, επί παρουσία των Α.Α.Ε.Ε. του επί των στρατιωτικών Υπουργού και του Νομάρχου. Ολόκληρον τάγμα στρατιωτών παραταχθέν εν τη πλατεία απένειμεν, άμα καταπεσόντος του καλύμματος, τας στρατιωτικάς τιμάς¨. Το άγαλμα του Αντιβασιλέα Μωχάμεντ Άλη, που τοποθετήθηκε στην άλλοτε Πλατεία των Προξένων της Αλεξάνδρειας, είχε παραγγελθεί τον Απρίλιο του 1869, σμιλεύτηκε από τον Henri Alfred Jacquemart (1824-1896) και αφού ολοκληρώθηκε, εκτέθηκε στη Champs Elysees, πριν μεταφερθεί με πλοίο και τοποθετηθεί στην πλατεία στις 11/8/1872. Το βάθρο του ήταν έργο του Luis-Victor Louvet, ενώ εκτελέστηκε και πιθανώς τροποποιήθηκε στην Αλεξάνδρεια από τον Ambroise Baudry.
φωτογραφία: Το έφιππο άγαλμα του Μωχάμεντ Άλη στην ομώνυμη πλατεία (σήμερα Πλατεία Ταχρίρ]
Ο γνωστός στους αλεξανδρινούς φιλολογικούς κύκλους, Έλληνας στην ψυχή, καθηγητής Φερδινάνδος Φ. Όδδης, επ΄ ευκαιρία των αποκαλυπτηρίων του αγάλματος του Μωχάμεντ Άλη, ενός άνδρα που εκτός από τη σημαντικότατη συνεισφορά του στην αναγέννηση της Αιγύπτου, υπήρξε και ¨προστάτης¨ του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού, συνέθεσε ένα μεγάλο ποίημα υπό τον τίτλο ¨Ο Ανδριάς του Μεχμέτ-Αλή¨, που δημοσιεύτηκε στην αλεξανδρινή εφημερίδα ¨Ημερήσια Νέα¨ στις 2-14/8/1873, το οποίο για την ιστορία παραθέτουμε :
Τις ειν΄ ο γίγας, ον λαοί πυκνοί περιστοιχούσι
Εν βία συνωθούμενοι, καθάπερ τα κυκλούντα
Κύματα βράχου υψηλού τα κράσπεδα φιλούσι,
Αφρόεντα, πολύφλοισβα, ουδέποτ΄ ηρεμούντα ;
Ανέστη ταχ΄ ο Σέσωστρις ; Ο του Φιλίππου γόνος ;
Ο Καίσαρ μη, διαφύγων την μάχαιραν του Βρούτου,
Ενταύθα επανέκαμψε να βασιλεύση μόνος ;
Ή βλέπω τον χρυσόρειθρον Θεόν του πέδου τούτου ;
Ω ξεν΄ ελθών προσκύνησον, ενάρετος αν ήσαι,
Αν η καρδία σου ποτέ πάλλη ευγνωμονούσα
Προς ευεργέτας των εθνών, αν έτι συγκινήσαι,
Ήρωας όταν η Κλειώ σεμνύνητ΄ εξυμνούσα.
Τον ένδοξον προσκύνησον Σωτήρ μας, ω ξένε,
Όταν δ΄ εκ νόστου ευτυχής την σην ιδής πατρίδα,
Γλυκείαι θα σε θέλξωσιν αναπολήσεις ξέναι
Και τοις φιλτάτοις ένθεος θα πης ¨Κ΄ εγώ τον είδα¨ !
¨Εις της Αιγύπτου τας ακτάς είδον εγειρομένην
Ευβούλου ήρωος μορφήν, της χώρας ευεργέτου,
Την Δόξαν δε, προσφέρουσαν, αυτόν μνηστευομένην,
Τρόπαια δορυκτήτορος και σκήπτρα νομοθέτου.
Παρόμοιος του έαρος ο ήλιος προβαίνει,
Οι Ουρανοί ανοίγονται, σκεδάννυνται τα νέφη,
Πανανθοστόλιστος σκιρτά η γη αγαλλομένη
Και του απείρου η ακτίς τον Κόσμον όλον στέφει¨.
Ιδέ, πως υπερήφανον αγάπης βλέμμα βάλλει.
Λέγον ¨Ως νυν ουδέπτε ηυφράνθην εκ καρδίας.
Ευδαιμονεί η Αίγυπτος υπέρποτε μεγάλη
Εις τέχνας, εις εμπόριον, εις βιομηχανίας.
Βλέπω λαμπρόν το σκήπτρον μου εις χείρας Ηγεμόνος,
Ος βούλεται και δύναται μόνος να ευοδώση
Τα πάγχρυσα ονείρατα, α μ΄ έκλεψεν ο Χρόνος,
Κ΄ ισχυρωτέραν Αίγυπτον της πάλαι ν΄ ανορθώση¨.
Των Φαραώ και Λαγιδών η ματαιοδοξία
Εις λήθην ανελύετο, ως όναρ φυγαλέον,
Εσβέσθη δε δια παντός εν αιματοχυσία
Τ΄ άστρον εις ο επίστευσεν ο πρώτος Ναπολέων.
Θαύματα τέχνης πανσθενούς εισίν αι Πυραμίδες,
Περί Τυράννων πλην λαλούν και δούλουν λιμωττόντων
Θρήνους εισέτι αι αυτών εκπέμπουσιν αψίδες,
Πριν ώσι μέγαρα νεκρών, υπήρξαν τάφοι ζώντων.
Πλην πάντες θα θαυμάζωσι τον σώσαντα την κοίτην
Του παλαιού πολιτισμού καταστροφής βεβαίας,
Τον συναθροίσαντα λαόν τρισάθλιον, πλανήτην,
Κ΄ ευτυχεστέραν Αίγυπτον πλάσαντα της αρχαίας !
Εκείνος τη απέδωκε τον βίον τον ακμαίον,
Και θέσιν εν τοις έθνεσιν επίζηλον και πάσας
Τας τέχνας κ΄ επιστήμας της, άςπερ ο χρόνος πλέον
Εν τη βραδεία του φυγή παρήλθεν αφαρπάσας.
Χαίρε ! Ακούω Αφρικήν, Ευρώπην και Ασίαν
Σε κηρυττούσας νικητήν Νείλου τε και Βοσπόρου,
Προμαντευούσας δε εν Σοι την παλιγγενεσίαν
Αιγύπτου της πολυμαθούς, Φοινίκης της εμπόρου
Πλην αληθής απόγονος του πρώτου Αλεξάνδρου,
Όστις εξεπολίτιζε τους υποτεταγμένους,
Και Συ, ξενίσας του υιούς Ευρώπης της ευάνδρου,
Τους Σους εδίδασκες λαούς τους αναγεννωμένους.
Τι Σοι εγείρετ΄ ανδριάς επί της άμμου τώρα ;
Μη τ΄ όνομα Σου το κλεινόν δεν ζη εις τας καρδίας ;
Δε Σε καλεί ομόθυμος του Μένητος η χώρα
Σεπτόν της Τύχης δουλωτήν και της του Χρόνου βίας ;
Νείλου του αργυρόεντος κοιλάς η θαυμασία
Έστου του βίου Σου σελίς λαμπρά, εκτεταμένη,
Ας μαρτυρή η Αίγυπτος, σοφή και πανολβία,
Αθάνατον την δίξαν Σου εν πάση Οικουμένη.
Ακόλακος η μέλλουσα Μούσα της ιστορίας,
Θα λέγη ¨Δύο ήρωες εις φως ομού εξήλθον,
Τέκνα γενναία, προσφιλή μοιραίας ευκαιρίας,
Την τύχην των κατέβαλον κ΄ εις θρόνου βαθρ΄ ανήλθον.
Καθώς δε τα μετέωρα του αχανούς τα σκότη
Φωτίζουσι προκύπτοντα, ούτω της γενετής των
Ελάμπρυνον αμφότεροι την χώραν, ήτις πρώτη
Εγέννησε τα τολμηρά όνειρα της ψυχής των.
Ομοίος προς ολέθριον λυσίκομον αστέρα,
Ο μεν τον Κόσμον απειλεί αίφνης να πυρκολήση,
Τρέμων ο εύπιστος θνητός θεάται τον αιθέρα
Όστις λοιμόν και θάνατον επί της γης θα χύση.
Ο δ΄ άλλος ως ουράνιον τόξον λαμπρός εφάνη,
Εν τη καρδία του βροτού ελπίς γεννάται πάλιν.
Θεός αυτώ προσμειδιά. Η γης, ήτις ερράνη
Δι΄ αίματος, να φοβηθή δεν έχει πάλην άλλην.
Του πρώτου καταρρεύσασα η Αυτοκρατορία,
Ως παίδων οικοδόμημα, προν εν του Πλάστου ρήμα,
Γραμμάς τινάς απέλιπε λαμπράς εν ιστορία
Κ΄ εν μέσω του Ωκεανού μνημείον της εν μνήμα !
Εν τούτοις το Βασίλειον του Νείλου προοδεύει,
Εις τέχνας παιδευόμενον, εις επιστήμην θείαν,
Υφ Ηγεμόνος ευκλεούς, ος τέλος θριαμβεύει,
Τελέσας του Προπάτορος την μεγαλοεργίαν¨.
Πηγές : ¨Ημερήσια Νέα¨, Αλεξάνδρεια 2-14/8/1873, 7-19/8/1873, 11-23/10/1874, 12-24/10/1874, 12-24/11/1874 – www.egy.com (18/2/2017)
Ν.ΝΙΚΗΤΑΡΙΔΗΣ