Μπορεί το ερώτημα να φαίνεται κάπως αστείο, αλλά δεν είναι. Αντιθέτως, η απάντησή του έχει πολιτικές, θρησκευτικές και κοινωνικές προεκτάσεις που φτάνουν ως τις μέρες μας.
Η πιο συχνή ερώτηση που κάνουν οι επισκέπτες του Αιγυπτιακού Μουσείου του Μπρούκλιν, στον Διευθυντή του, Έντουαρτ Μπλάιμπεργκ, είναι κάπως παράξενο, αλλά σχεδόν προφανές: Γιατί σχεδόν σε όλα τα αγάλματα είναι σπασμένες οι μύτες;
Ο Μπλάιμπεργκ παραξενευόταν στην αρχή, όταν άκουγε τη συγκεκριμένη ερώτηση. Ο ίδιος θεωρούσε αυτονόητο ότι τα αγάλματα έχουν ζημιές. Η εκπαίδευσή του, στην Αιγυπτιολογία τον έχει μάθει, εξάλλου, να προσπαθεί να «βλέπει» το άγαλμα στην ολότητά του, ξεπερνώντας τις φθορές που έχει υποστεί.
Είναι πράγματι αυτονόητο ότι ένα αντικείμενο θα έχει φθαρεί μετά από χιλιάδες χρόνια. Όμως, η επίμονη αυτή ερώτηση του κοινού οδήγησε τον Μπλάιμπεργ να ανακαλύψει μια συγκεκριμένη πατέντα καταστροφής των αγαλμάτων, που τελικά τον οδήγησε σε πολύ ευρύτερα συμπεράσματα.
Η έρευνα του Μπλάιμπεργκ είναι το αντικείμενο μιας έκθεσης με τον τίτλο «Εικονοκλασία στην Αρχαία Αίγυπτο», η οποία θα γίνει στο Ίδρυμα Τέχνης Πούλιτζερ. Μέσα από τη μελέτη αρκετών αγαλμάτων και τοιχογραφιών, από τον 25ο αιώνα π.Χ. έως τον 1ο αιώνα μ.Χ., προκύπτουν συμπεράσματα για την πολιτική και θρησκευτική χρήση των αρχαίων αυτών αντικειμένων και για την κουλτούρα της εικονοκλασίας που οδήγησε στον ακρωτηριασμό τους.
Η έκθεση προσφέρει μια πολύ σημαντική διάσταση στην κατανόηση που έχουμε για την Αρχαία Αίγυπτο, έναν από τους μακροβιότερους πολιτισμούς στην ανθρώπινη ιστορία, στη διάρκεια του οποίου η Τέχνη άλλαξε ελάχιστα. Αυτή η συνέχιση καταδεικνύει και τη γενικότερη σταθερότητα που υπήρχε στην Αιγυπτιακή ιστορία. Όμως, οι επιδρομές από εξωτερικούς εχθρούς, οι διελκυστίνδες εξουσίας ανάμεσα σε τυραννικούς δυνάστες και άλλες περίοδοι αναστάτωσης, άφησαν τα σημάδια τους στον Αιγυπτιακό πολιτισμό.
«Μπορούμε πλέον να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η ζημιές στα αγάλματα έγιναν επίτηδες», λέει ο Μπλάιμπεργκ στο CNNi και τη Julia Wolkoff παραθέτοντας μυριάδες πολιτικούς, θρησκευτικούς ή και προσωπικούς λόγους και κίνητρα για πράξεις βανδαλισμού. Μια μύτη που προεξέχει από ένα τρισδιάστατο άγαλμα, είναι εύκολο να σπάσει. Όμως, το πράγμα γίνεται πιο περίπλοκο όταν βλέπουμε βανδαλισμένες μύτες και σε τοιχογραφίες.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι προσέδιδαν μεγάλη σπουδαιότητα στα έργα Τέχνης με ανθρώπινη μορφή. Πίστευαν ότι μέρος του νεκρού προσώπου κατοικούσε στο άγαλμα τη μορφή του. Συνεπώς αυτοί οι βανδαλισμοί σκόπευαν στο να «απενεργοποιήσουν» τις δυνάμεις που κρύβονταν στα αγάλματα και τις τοιχογραφίες.
«Όλα είχαν να κάνουν με την προσφορά στο μεταφυσικό», λέει ο Μπλάιμπεργκ. Σε έναν τάφο χρησίμευαν ως «τροφοδότες» του νεκρού στην άλλη ζωή με δώρα από την εδώ ζωή. Στους ναούς, τα αγάλματα και οι απεικονίσεις των Θεών, λαμβάνουν δώρα από απεικονίσεις βασιλέων. «Η θρησκεία των Αιγυπτίων», λέει ο Μπλάιμπεργκ, «βασιζόταν στο εξής: Οι Βασιλιάδες στη Γη δίνουν δώρα στους Θεούς και εκείνοι, με τη σειρά τους, φροντίζουν την Αίγυπτο». Τα αγάλματα και οι τοιχογραφίες ήταν το σημείο συνάντησης ανάμεσα στο μεταφυσικό και τον εδώ κόσμο. Πράξεις εικονοκλασίας και βανδαλισμού διατάρασσαν αυτή τη διαδικασία, αυτήν τη σύνδεση.
«Το βανδαλισμένο μέρος του σώματος, δεν μπορεί να κάνει πλέον τη δουλειά του», εξηγεί. Χωρίς μύτη, το πνεύμα που κατοικεί στο άγαλμα σταματάει να αναπνέει, οπότε αυτός που το βανδαλίζει, στην ουσία το σκοτώνει. Τα κομμένα αυτιά στο άγαλμα ενός Θεού, σημαίνουν ότι εκείνος δεν μπορεί πλέον να ακούσει τις προσευχές. Όταν στα αγάλματα είναι κομμένο το αριστερό χέρι, αυτό σημαίνει ότι δεν μπορούν πια να κάνουν προσφορές και όταν είναι κομμένο το δεξί, δεν μπορούν να λαμβάνουν.
«Στη φαραωνική περίοδο ήταν ξεκάθαρος ο ρόλος των αγαλμάτων», λέει ο Μπλάιμπεργκ. Ακόμα και για τους τυμβωρύχους είχε σημασία: Μπορεί κάποιος να έμπαινε στον τάφο για να κλέψει, αλλά τον ένοιαζε πολύ να μην μπορεί ο νεκρός να τον εκδικηθεί. Κι έτσι «ακρωτηρίαζε» την απεικόνισή του, ώστε να τον αποδυναμώσει.
Η πρακτική αυτή ξεκίνησε πολύ νωρίς στην Αιγυπτιακή ιστορία. Για παράδειγμα, οι ακρωτηριασμένες μούμιες από τους προϊστορικούς χρόνους, δείχνουν την πεποίθηση ότι «τραυματίζοντας την απεικόνιση, τραυματίζεις και το πρόσωπο που αναπαριστά», λέει ο Μπλάιμπεργκ. Αντίστοιχες είναι και οι οδηγίες που έχουν βρεθεί, σε ιερογλυφική γραφή, προς τος στρατιώτες πριν πάνε στη μάχη: «Φτιάξε ένα κέρινο ομοίωμα του εχθρού σου και μετά κατέστρεψέ το».
Σε πολύ μεγάλο βαθμό, οι βανδαλισμοί είχαν πολιτικά κίνητρα. Φιλόδοξοι ηγέτες προσπάθησαν να ξαναγράψουν την ιστορία, καταστρέφοντας τις απεικονίσεις των προκατόχων τους. Η Χατσεψούτ και η Νεφερτίτη σχεδόν εξαφανίστηκαν από το πρόσωπο της γης, με κάθε απεικόνισή τους να καταστρέφεται.
«Η απεικόνιση προσώπων και αντικειμένων σε δημόσιους χώρους είναι η αντανάκλαση του ποιος έχει την εξουσία», καταλήγει ο Μπλάιμπεργκ. «Στην πραγματικότητα είναι η αντίληψη της πλειοψηφίας για το ποια πρέπει να είναι η τρέχουσα αφήγηση της ιστορίας».
Πηγή: CNN