Η Αλεξανδρινή ή Ελληνιστική Κοινή ήταν η κοινή μορφή της ελληνικής γλώσσας που μιλήθηκε και γράφτηκε κατά την Ελληνιστική περίοδο, τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, λειτουργώντας ως lingua franca μεταξύ ομιλούντων διαφορετικές διαλέκτους.
Πολλοί ήταν εκείνοι που την κοινή αυτή γλώσσα την ονόμασαν Αλεξανδρινή – την περί της Αλεξανδρέων διαλέκτου – ή διάλεκτο της Αλεξάνδρειας.
Η Κοινή Αλεξανδρινή ξεπήδησε ως κοινή διάλεκτος μέσα στα στρατεύματα του Μεγάλου Αλεξάνδρου και έτσι υπό την ηγεσία των Μακεδόνων, οι οποίοι είχαν κατακτήσει το γνωστό τότε κόσμο, η νεοσχηματισθείσα κοινή διάλεκτος ομιλούνταν από την Αίγυπτο έως την Ινδία.
Αν και τα επιμέρους στοιχεία της διαμορφώθηκαν κατά την ύστερη Κλασική Εποχή ήταν στη μετακλασική περίοδο και μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το 323 π.Χ. όταν οι ασιατικοί πολιτισμοί υπό την επιρροή της Ελληνιστική Περιόδου άρχισαν να επηρεάζουν και τη γλώσσα.
Για την προέλευση της οι μελετητές διαφωνούν. Άλλοι πιστεύουν ότι πράγματι προερχόταν από το συγκερασμό των τεσσάρων βασικών διαλέκτων της αρχαίας ελληνική γλώσσας, ενώ άλλοι ότι αποτελεί μετεξέλιξη της ιωνικής ή αττική διαλέκτου.
Ούτως ή άλλως η Αλεξανδρινή Κοινή είχε σε γενικές γραμμές περισσότερα ιωνικά στοιχεία στις περιοχές που κατοικούνταν κυρίως από Ίωνες, ενώ αντίθετα στη Λακωνία και στην Κύπρο είχε περισσότερα λακωνικά και αρκαδικά-κυπριακά στοιχεία αντίστοιχα. Επιπλέον, αφού η λόγια γλώσσα της περιόδου εκείνης προσομοιάζει τόσο πολύ στην αττική, οι περισσότεροι πλέον αποδέχονται την άποψη ότι η Αλεξανδρινή Κοινή είναι παιδί της αττικής, με αρκετές βέβαια επιρροές από άλλες διαλέκτους ή και από τη μητρική γλώσσα άλλων λαών που τη μιλούσαν και που σε μικρό βαθμό επίσης τη διαμόρφωναν.
Το πέρασμα στην επόμενη περίοδο, που είναι γνωστή και ως μεσαιωνική ελληνική, χρονολογείται από την ίδρυση της Κωνσταντινούπολης από τον Κωνσταντίνο Α΄ το 330, ενώ ορισμένοι υποστηρίζουν ότι για ιστορικούς και γλωσσικούς λόγους το πέρασμα στη μεσαιωνική ελληνική γλώσσα χρονολογείται τον 6ο αιώνα. Η μετακλασική περίοδος της αναφέρεται έτσι στη δημιουργία και την εξέλιξη της κοινής διαμέσου της όλης ελληνιστικής και ρωμαϊκής περιόδου της ιστορίας ως τις αρχές του Μεσαίωνα.
Σε ομιλία της το 2021 η γνωστή Βυζαντινολόγος και Ιστορικός Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ μιλώντας για την Κοινή Αλεξανδρινή εξήγησε πως ¨ήταν η πρώτη διεθνής γλώσσα, που εκείνη την εποχή σημαίνει τη γλώσσα των λαών της Μεσογείου¨ και πως η κοινή ελληνική γλώσσα ¨αμέσως μετά από τα χρόνια του Αλεξάνδρου είχε γίνει η γνωστή γλώσσα των πολιτισμών¨. Υπογραμμίζοντας δε το ρόλο της ελληνικής γλώσσας για τη διάδοση του χριστιανισμού, τόνισε πως : ¨Σε αυτή τη γλώσσα έχει μεταφραστεί η Παλαιά Διαθήκη πολύ πριν από τη γέννηση του Χριστού, γιατί οι ελληνόφωνοι Εβραίοι της Αλεξάνδρειας είχαν ξεχάσει τη μητρική τους γλώσσα και δεν ξέρανε παρά ελληνικά. Δεν είναι μόνον η Παλαιά Διαθήκη που έχει μεταφραστεί εκεί στα ελληνικά. Είκοσι επτά κώδικες της Καινής Διαθήκης, πλην του κατά Ματθαίον Ευαγγελίου, είναι όλοι γραμμένοι ελληνικά και αν δεν υπήρχε ο ελληνόφωνος ελληνολάτρης Παύλος ο Σαούλ, ο Απόστολος των Εθνών, ίσως δε θα υπήρχε ο χριστιανισμός όπως είναι σήμερα¨.
Ν.ΝΙΚΗΤΑΡΙΔΗΣ