Ἀπό ὅλες τίς παροικίες τοῦ Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ, ἡ ἑλληνική παροικία τῆς Αἰγύπτου εἶναι ἡ ἀρχαιώτερη καί ἡ πλέον σημαντική τόσο γιά τό μέγεθος τῶν εὐεργεσιῶν της πρός τό νεοσύστατο κράτος, ὅσον καί γιά τήν ἀνεπανάληπτη προσφορά της πρός τήν ἴδια τήν Αἴγυπτο, ἀλλά καί γιά τά θαυμαστά ἐπιτεύγματά της στόν κόσμο τοῦ ἐμπορίου καί τῆς βιομηχανίας, τό ἀνώτερο κοινωνικό καί πνευματικό ἐπίπεδο, ὡς καί τήν πρωτοπορία της σέ πολλούς τομεῖς τοῦ δημοσίου βίου τῆς χώρας, μέ ἀποτέλεσμα οἱ «Αἰγυπτιῶτες» νά ἀποτελοῦν αὐτοδικαίως μοναδικό φαινόμενο μεταξύ τῶν Ἑλλήνων τῆς Διασπορᾶς.

Ἡ ἐμφάνιση τοῦ Μωχάμεντ Ἄλι καί ἡ προσπάθειά του στίς ἀρχές τοῦ 19ου αἰ. νά κτίση ἕνα σύγχρονο κράτος, παράλληλα μέ τήν φιλία του μέ τόν Γ. Ἀβέρωφ καί τήν συμπάθειά του πρός τούς Ἕλληνες, λόγῳ τῆς ἑλληνικῆς καταγωγῆς τῆς μητέρας του καί τῆς προελεύσεώς του ἀπό τήν Καβάλα, ἀνοίγει τίς πύλες τῆς Αἰγύπτου γιά τίς χιλιάδες τῶν Ἑλλήνων μεταναστῶν πού ἔρχονται λόγῳ τῶν ἀσταθῶν συνθηκῶν, τῶν πολεμικῶν συγκρούσεων καί τῶν διωγμῶν καί τῆς ἐξ αἰτίας αὐτῶν οἰκονομικῆς δυσπραγίας καί ἐγκαθίστανται στίς μεγαλύτερες πόλεις τῆς Αἰγύπτου.

Πράγματι ἀμέσως μετά τήν ἑλληνική ἐπανάσταση ἀρχίζει ἕνα μεταναστευτικό κῦμα πού διογκώνεται συνεχῶς πρός τήν Αἴγυπτο καί, συγκεκριμένα πρός τήν Ἀλεξάνδρεια, καθώς αὐτή ἀποτελεῖ τό κεντρικό λιμάνι τῆς χώρας καί τήν πύλη εἰσόδου πρός τήν ἀχανῆ ἐνδοχώρα καί τά πλούτη της. Τό λιμάνι τῆς Ἀλεξανδρείας, ἕνα ἀπό τά σημαντικώτερα λιμάνια τῆς Μεσογείου, ὑποδέχεται μέσα στήν κοσμοπολίτικη κοινωνία του τά ἀλλεπάλληλα κύματα τῶν μεταναστῶν καί τά προωθεῖ πρός τό Κάϊρο καί τίς πόλεις τοῦ ἐσωτερικοῦ. Οἱ Ἕλληνες πού παραμένουν στήν πόλη ὀργανώνονται γύρω ἀπό τό Ἑλληνορθόδοξο Πατριαρχεῖο καί οἱ πλέον εὐκατάστατοι δραστηριοποιοῦνται γιά τήν ἀντιμετώπιση τῶν ἀναγκῶν τῶν πρώτων Παροίκων.

Ἔτσι ἡ οἰκογένεια Τοσίτσα φροντίζει νά χτιστῆ στά 1830 τό πρῶτο ἑλληνικό Νοσοκομεῖο, τό «Νοσοκομεῖο τῶν Γραικῶν», ἐνῶ λίγα χρόνια ἀργότερα κτίζεται ἕνα καινούργιο καί πολύ σπουδαῖο Νοσοκομεῖο ὁ «Ἅγιος Σωφρόνιος» πού ἐκτός ἀπό τήν γενική ἀναγνώριση τῶν ὑψηλῶν προδιαγραφῶν του προσφέρει καί στήν ἰατρική ἐπιστήμη, καθώς σ᾿ αὐτό τό σπουδαῖο νοσοκομεῖο ὁ ἐκεῖ ἐργαζόμενος Γερμανός ἰατρός R. Koch μέ τήν βοήθεια καί τῶν Ἑλλήνων ἰατρῶν κ. Καρτούλη καί κ. Βαλασοπούλου, ἀνακάλυψε τό βακτήριο τῆς χολέρας κατά τήν ἐπιδημία πού ξέσπασε στά 1883, γεγονός πού βοήθησε στήν παρασκευή τοῦ σχετικοῦ ἐμβολίου κατά τῆς ἀσθενείας. Ὁ «Ἅγιος Σωφρόνιος» εἶναι τό νοσοκομεῖο στό ὁποῖο νοσηλεύτηκε καί ἄφησε τήν τελευταία του πνοή ὁ ποιητής Κωνσταντῖνος Καβάφης, στίς 29 Ἀπριλίου τοῦ 1933.

Λίγα χρόνια ἀργότερα, στίς 25 Ἀπριλίου τοῦ 1843, μέ πρωτοβουλία τοῦ πρώτου Γενικοῦ Προξένου τῆς Ἑλλάδος Μιχαήλ Τοσίτσα ἤ Τοσίτζα, ἱδρύεται ἡ Ἑλληνική Κοινότητα Ἀλεξανδρείας, ἐνῶ μετά δεκαετία τό 1854 ἱδρύεται ἡ περίφημη Τοσιτσαία Σχολή καί μετά διετία τό 1856 ἐγκαινιάζεται μέ κάθε ἐπισημότητα ὁ μεγαλοπρεπής Ἱερός Ναός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Τό 1885 ἀναλαμβάνει τήν προεδρία τῆς Κοινότητος ὁ Γεώργιος Ἀβέρωφ μέ τήν παρουσία τοῦ ὁποίου ἡ ἑλληνική Παροικία ἀπολαμβάνει πολλές καί σημαντικές δωρεές, μεταξύ τῶν ὁποίων ἡ ἵδρυση τό 1878 τοῦ «Ἀβερωφείου Γυμνασίου» καί λίγο ἀργότερα τοῦ «Ἀβερωφείου Παρθεναγωγείου», ἐκεῖ ὅπου σήμερα στεγάζεται τό «Ἑλληνικό Ἐμπορικό Ἐπιμελητήριο» καί τό «Παράρτημα τοῦ Ἱδρύματος Ἑλληνικοῦ Πολιτισμοῦ».

Ὁ Γεώργιος Ἀβέρωφ ἐκτός ἀπό Μέγας Εὐεργέτης τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Ἀλεξανδρείας, ἀνακηρύχθηκε ἀπό τό ἑλληνικό κράτος καί ὡς μέγας Ἐθνικός Εὐεργέτης, γιατί ἐκτός ἀπό τήν προσφορά του στήν ἀλεξανδρεινή Ὁμογένεια, παρουσίασε καί μία σπουδαία καί μοναδική προσφορά πρός τήν Μητέρα Ἑλλάδα: Τό Μετσόβειο Πολυτεχνεῖο εἶναι προσφορά τῶν Αἰγυπτιωτῶν, καθώς κτίστηκε μέ χρήματα τῶν τριῶν Μεγάλων Εὐεργετῶν ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια, τοῦ Τοσίτσα, τοῦ Στουρνάρα καί τοῦ Ἀβέρωφ. Μέ τήν οἰκονομική ἀρωγή τοῦ Ἀβέρωφ ἱδρύθηκε ἡ Σχολή Εὐελπίδων, ἡ ἀγροτική Σχολή τῆς Λάρισας καί οἱ φυλακές ἀνηλίκων στήν Ἀθήνα. Ἐπίσης ἐπιχορηγήθηκε ἀπό τόν Ἀβέρωφ ἡ ἀνακατασκευή τοῦ Παναθηναϊκοῦ Σταδίου μέ ἕνα ἑκατομμύριο δραχμές, γι᾿ αὐτό παραπλεύρως τῆς εἰσόδου ὑπάρχει σέ ἔνδειξη εὐγνωμοσύνης τό ἄγαλμα τοῦ Ἀβέρωφ. Ἐκτός ἀπό τήν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τό Μέτσοβο, ὅπου δώρισε πολλά χρήματα γιά τίς ἀνάγκες τῆς πόλεως, ἐπιχορήγησε ἐπίσης τό «Ὠδεῖο Ἀθηνῶν». Ἡ πιό σημαντική του ὅμως προσφορά σέ ἐθνικό ἐπίπεδο εἶναι ἡ χρηματοδότηση τῆς ἀγορᾶς τοῦ θρυλικοῦ καταδρομικοῦ «ΑΒΕΡΩΦ» πού ἀποτελώντας τήν ναυαρχίδα τοῦ ἑλληνικοῦ στόλου κατά τήν διάρκεια τῶν Βαλκανικῶν πολέμων, ἔπαιξε καθοριστικό ρόλο στήν ἔκβασή τους ὑπέρ τῆς Ἑλλάδος.

Τό 1908 ὁ Ἐμμανουήλ Μπενάκης πού ἐν τῷ μεταξύ ἔχει ἀναλάβει τήν προεδρία τῆς Κοινότητος, ἵδρυσε τό «Μπενάκειο Κοινοτικό Συσσίτιο» γιά νά ἐξυπηρετῆ τίς ἀνάγκες τῶν ἀπόρων τῆς Κοινότητος, ἐνῶ τό ἀμέσως ἑπόμενο ἔτος, 1909, μαζί μέ τήν γυναῖκα του Βιργινία ἵδρυσαν τό «Μπενάκειο Ὀρφανοτροφεῖο Θηλέων». Ἡ κόρη του Πηνελόπη, παντρεμένη μέ τόν δημοσιογράφο Στέφανο Δέλτα, ἀναδείχθηκε ὡς μία ἀπό τίς σημαντικώτερες καί διασημώτερες συγγραφεῖς τῆς ἐποχῆς της.

Ὁ Ἀντώνης Μπενάκης, γυιός τοῦ Ἐμμανουήλ, ἦταν αὐτός πού δώρισε στό κράτος τό οἰκογενειακό σπίτι τους, ἐκεῖ ὅπου σήμερα εἶναι τό περίφημο «Μουσεῖο Μπενάκη», τό ὁποῖο καί τό ἐπροίκισε μέ τίς σπάνιες συλλογές του, δεδομένου ὅτι ἦταν μέγας συλλέκτης ἔργων τέχνης. Ἐν τῷ μεταξύ οἱ Ἕλληνες τῆς Αἰγύπτου ἐξαπλώνονται σέ ὅλες τίς πόλεις τοῦ ἐσωτερικοῦ καί μέ βάση τούς ἐμπόρους καί τίς τοπικές βιομηχανίες ἤ βιοτεχνίες τους συγκεντρώνεται ἕνα πλῆθος ἀπό Αἰγυπτιῶτες, ὁπότε συγκροτοῦνται ἑλληνικές Κοινότητες μέ σκοπό τήν ὀργάνωσή τους σέ ὁμάδα πού θά ἀνεγείρη, θά λειτουργῆ καί θά συντηρῆ κοινοτικό κατάστημα, ἐκκλησία καί σχολεῖο, διατηρώντας τήν ἑλληνική γλῶσσα, τά ἑλληνικά ἔθιμα, τήν ὀρθόδοξη παράδοση καί τήν ἀλληλεγγύη μεταξύ τῶν πατριωτῶν.

Ἀργότερα θά συμπληρωθῆ ἡ δραστηριότητά τους μέ τήν ἀνέγερση Νοσοκομείου,αἴθουσας ἐκδηλώσεων, Γηροκομείου καί τήν ἵδρυση Ἀδελφοτήτων, ἀθλητικῶν Σωματείων καί τοπικῆς ἐφορείας προσκόπων. Ἔτσι ἀναπτύσσεται σύντομα ἕνα δίκτυο ἑλληνικῶν Κοινοτήτων καί ἱδρύονται Κοινότητες στίς πόλεις Μανσούρα (1860), Πόρτ ― Σάϊτ (1865), Ζαγαζίκ (1870), Κάφρἔλ Ζαγιάτ (1872), Νταμανχούρ (1880), Σουέζ (1888), Μπένι Σουέφ (1889), Μεχάλα ἔλ Κεμπίρα (1890), Ἀσουάν (1905), Φακούς (1906) κ.ἄ.

Στό Κάϊρο ἤδη κατά τόν 16ο αἰ. καταμαρτυρεῖται ἡ ὕπαρξη τεσσάρων Ἐκκλησιῶν, ἀφοῦ μέ τήν ἀραβική κατάκτηση ὡς νέα πρωτεύουσα, προσελκύει πολύ κόσμο καί ἀναπτύσσεται σέ μεγάλο βαθμό ὡς τό σπουδαιώτερο ἐμπορικό κέντρο τοῦ κράτους. Οἱ Ἕλληνες τοῦ Καΐρου εἶχαν σχηματίσει ἀπό τίς 29 Φεβρουαρίου 1856 ὀργάνωση πού ὀνομάζονταν «Ἑλληνορθόδοξος Κοινότης» ὑπό τήν προεδρία τοῦ Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας, μέ σκοπό τήν συντήρηση καί διατήρηση τοῦ Σχολείου καί τοῦ Γηροκομείου, καθώς καί τήν βοήθεια πρός τούς πτωχούς Παροίκους. Γιά τήν ἀντιμετώπιση ὅμως τῶν νέων συνθηκῶν καί μέ πρωτοβουλία τοῦ Διπλωματικοῦ πράκτορα Ν. Γεννάδη καί τῶν Ρόστοβιτς καί Τσανακλῆ, οἱ πλούσιοι ἀστοί τοῦ Καΐρου συγκεντρώθηκαν στίς 29 Ἀπριλίου/12 Μαΐου 1904 στό Ἑλληνικό Κέντρο Καΐρου καί ἀποφάσισαν νά ἱδρύσουν μιά Κοινότητα ἀνάλογη μέ αὐτήν τῆς Ἀλεξανδρείας.

Ὁ πρῶτος πρόεδρος Ἀλέξανδρος Ρόστοβιτς κατεῖχε τόν τουρκικό τίτλο τοῦ Μπέη καί ὁποῖος τό 1905 ἀγόρασε οἰκόπεδο γιά τήν ἀνέγερση σχολείου πού τό ἐπωνόμασε «Ἀχιλλοπούλειο», λόγῳ τῆς δωρεᾶς τοῦ Ε. Ἀχιλλοπούλου. Ἐπί Νέστορος Τσανακλῆ, μέ τίς δωρεές του ἀγοράστηκε τό οἰκόπεδο κοντά στήν πλατεία Ραμσῆς καί κτίστηκε ὁ μεγαλοπρεπής κοινοτικός Ναός τῶν Ἁγίων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης, ὁ ὡραιώτερος καί ἐπιβλητικώτερος Ναός τοῦ Ἀποδήμου Ἑλληνισμοῦ καί ὁ μεγαλύτερος μέχρι πρόσφατα ναός τῆς Ἀφρικῆς. Ἀντάξιος συνεχιστής τοῦ Τσανακλῆ στάθηκε ὁ Νικόλαος Πιερράκος, γαμπρός τοῦ Τσανακλῆ, ὁ ὁποῖος ὡς πρόεδρος ἀνέλαβε τό δύσκολο ἔργο νά διασώση τήν παροικία ἀπό τήν διαρροή τῶν ὁμογενῶν πρός τήν Ἑλλάδα, ἀλλά καί πρός τό Σουδάν καί τήν Ν. Ἀφρική καί σέ δεύτερη φάση πρός τήν Ἀμερική καί τήν Αὐστραλία, λόγῳ τῶν πολιτικῶν ἐξελίξεων στήν Αἴγυπτο μέ τήν ἐθνική ἐπανάσταση τοῦ Νάσσερ καί τίς ἐθνικοποιήσεις.

Ἀπό τήν πλειάδα τῶν Εὐεργετῶν τῆς Κοινότητος Καΐρου πού περιλαμβάνει μεταξύ ἄλλων τούς ἀδελφούς Μελαχροινούς πού ἵδρυσαν τίς Ἐπαγγελματικές Σχολές, τούς Σπετσεροπούλους πού ἀνήγειραν τό «Σπετσεροπούλειον Ὀρφανοτροφεῖον», τόν Ξενάκη μέ τά χρήματα τοῦ ὁποίου λειτούργησε ἡ «Ξενάκειος Ἀστική Σχολή» ἤ τούς ἀδελφούς Ἀμπέτ πού ἀφιέρωσαν τήν περιουσία τους στήν ἵδρυση καί λειτουργία τῆς «Ἀμπετείου Σχολῆς», τήν πρώτη θέση καταλαμβάνει ὁ Εὐάγγελος Ἀχιλλόπουλος ἀπό τήν Τσαγκαράδα Πηλίου. Ὁ Εὐάγγελος ἤ Εὐαγγελινός Ἀχιλλόπουλος, γυιός τοῦ Κωνσταντίνου Ἀχιλλᾶ ἀπό τήν Τσαγκαράδα, μαζί μέ τόν ἀδελφό του Σοφοκλῆ γεννημένοι τό 1833 καί τό 1854 ἀντιστοίχως, πῆγαν στήν Αἴγυπτο καί μεγαλούργησαν τόσο, ὥστε νά ἀναδειχθοῦν ἰδία ὁ πρῶτος, ὁ Εὐάγγελος Ἀχιλλόπουλος, ὡς ἕνας ἀπό τούς μεγαλυτέρους Εὐεργέτες τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί μᾶλλον ὁ δεύτερος μετά τόν Γεώργιο Ἀβέρωφ, ὡς ἐπίσης καί ὁ μεγαλύτερος Εὐεργέτης τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Καΐρου.

Μέ χρήματα τοῦ Ε. Ἀχιλλοπούλου ἱδρύθηκε ἡ περίφημος «Ἀχιλλοπούλειος Σχολή» καί τό «Ἑλληνικό Νοσοκομεῖο» Καΐρου, τό ὁποῖο μέχρι τόν Β ΄ Παγκόσμιο πόλεμο ἦταν τό πρῶτο μέ διαφορά νοσοκομεῖο σέ ὅλη τήν Αἴγυπτο! Στήν διάρκεια τοῦ Β΄ Παγκοσμίου πολέμου τό νοσοκομεῖο παραχώρησε στήν Ἑλληνική Πολεμική Ἀεροπορία μιά πτέρυγά του γιά τήν περίθαλψη τοῦ προσωπικοῦ της. Οἱ ὑπηρεσίες πού πρόσφερε τό νοσοκομεῖο εἶναι ἀξιοσημείωτες, ἄν ληφθοῦν ὑπ᾿ ὄψη οἱ συνθῆκες πού ἐπικρατοῦσαν στήν τελευταία τριετῆ περίοδο. Ἡ προσφορά τῶν ὑπηρεσιῶν ἀπό τό νοσοκομεῖο ἦταν ἀρκετά ἱκανοποιητική, παρά τήν στράτευση μεγάλου ποσοστοῦ τοῦ ἰατρικοῦ καί νοσοκομειακοῦ προσωπικοῦ. Οἱ στρατιωτικοί τῆς Μητέρας Πατρίδος ἀνεξαρτήτως βαθμοῦ ἱεραρχίας καί ἀσχέτως κατηγορίας ὅπλων βρῆκαν στοργική περίθαλψη στό νοσοκομεῖο τῆς Κοινότητος ὑπό τήν διεύθυνση τοῦ Ἐφέδρου Ἀρχιάτρου Χ. Δ. Αὐγερινοῦ ἀπό τίς 20 Ἀπριλίου 1941 μέχρι τῆς 24ης Φεβρουαρίου 1943, νοσηλευθέντων στίς ἐσωτερικές κλινικές καί τά ἐξωτερικά ἰατρεῖα 3.714 ὁπλιτῶν καί ἀξιωματικῶν τῶν Ἑλληνικῶν Στρατιωτικῶν Μονάδων Μέσης Ἀνατολῆς. Ἡ σχετική ἀναμνηστική πλάκα τοῦ Ὑπουργείου Στρατιωτικῶν πού τοποθετήθηκε στό νοσοκομεῖο, ἀναφέρει τήν περίοδο 1942 ― 1944 καί εἶναι ἀπόδειξη τῆς μεγάλης αὐτῆς προσφορᾶς πρός τήν Μητέρα Πατρίδα.

Στό Κάϊρο ὑπάρχουν πολλά Σωματεῖα καί Ἀδελφότητες πού μέ βάση τήν φιλοπατρία καί τήν ἀφιλοκερδῆ συμμετοχή τῶν Παροίκων, ἔπαιξαν σημαίνοντα ρόλο στήν διατήρηση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου καί στήν ἐνδυνάμωση τῆς ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας, ὡς καί τήν καλλιέργεια τῶν ἰδεωδῶν τοῦ Ἑλληνισμοῦ καί τῆς Ὀρθοδοξίας. Μεταξύ αὐτῶν εἶναι τό «Ὀρθόδοξο Πατριαρχικό Πνευματικό Κέντρο», ὁ «Πανηπειρωτικός Σύλλογος Καΐρου» καί ἡ «Ἑλληνική Στέγη Ἡλιουπόλεως» πού ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχη ἕως καί σήμερα, ἐξυπηρετώντας τήν ἑλληνική Παροικία τοῦ Καΐρου σέ ὅλες τίς οἰκογενειακές καί παροικιακές ἑορτές μαζί μέ τό «Ἑλληνικό Κέντρο Καΐρου», στό ὁποῖο γίνονται οἱ ἐπίσημες ἐκδηλώσεις, ὡς καί οἱ γενικές συνελεύσεις τῆς ΕΚΚ. Ἡ Φιλόπτωχος Ἀδελφότης Κυριῶν «Μαρία ἡ Αἰγυπτία» μέ τήν πλούσια φιλανθρωπική δράση της, βοηθᾶ τίς εὐαίσθητες κοινωνικές ὁμάδες καί τούς Παροίκους πού ἔχουν ἀπομείνει μόνοι καί σέ δύσκολη οἰκονομική κατάσταση, ὅπως καί τό κοινοτικό Γηροκομεῖο «Ἅγιος Παντελεήμων» πού ἔχει ἀναλάβει τήν φροντίδα ὅλων τῶν Παροίκων τρίτης ἡλικίας πού δέν μποροῦν νά βοηθηθοῦν ἀπό μόνοι τους καί ἔχουν χάσει ὅλους τούς συγγενεῖς τους.

Ἐπίσης ὁ «Ἑλληνικός Ναυτικός Ὅμιλος Καΐρου» πού ἐπιβίωσε παρά τόν κίνδυνο τῶν ἐθνικοποιήσεων, παραμένει μιά γωνιά ἑλληνική, ἔχει διακρίσεις τῶν μελῶν του σέ παναιγυπτιακό ἐπίπεδο μέ σωρεία μεταλλίων, ἰδία στήν κωπηλασία, εἶναι τό καθημερινό ἐντευκτήριο τῶν Ἑλλήνων παροίκων τῆς αἰγυπτιακῆς πρωτεύουσας καί κάθε χρόνο στίς 6 Ἰανουαρίου ὑποδέχεται ὅλη τήν Παροικία πού σύσσωμη ἑορτάζει τά ἅγια Θεοφάνεια καί ὅπου ὁ ἑκάστοτε Πατριαρχικός Ἐπίτροπος Καΐρου ρίχνει τόν Σταυρό στά νερά τοῦ Νείλου.

Ἡ Ἑλληνική Παροικία τῆς Αἰγύπτου σεμνύνεται γιά τό πλῆθος τῶν πνευματικῶν ἀνθρώπων πού ἀνέδειξε, ἐμφανίζοντας μιά σειρά ἀπό ἔξοχες προσωπικότητες τόσο στό καλλιτεχνικό στερέωμα, ὅσο καί στόν κόσμο τοῦ πνεύματος, μεγάλους ποιητές, ἐπωνύμους συγγραφεῖς, διασήμους τραγουδιστές καί δημοφιλεῖς ἠθοποιούς, ὡς καί διακεκριμένους ἐπιστήμονας πού τό μέγεθός τους ― ποσοτικά καί ποιοτικά ― δέν μπόρεσε καμμιά ἄλλη ἑλληνική Παροικία τοῦ Ἐξωτερικοῦ νά παρουσιάση. Μεταξύ αὐτῶν τῶν σπουδαίων προσωπικοτήτων εἶναι καί οἱ: Κώστας Παρθένης, Πηνελόπη Δέλτα, Κλέων Τριανταφυλλίδης (Ἀττίκ), Κωνσταντῖνος Καβάφης, Νίκος Ξυδάκης, Μάνος Λοΐζος, Ντέμης Ροῦσσος, Ντίνος Ἡλιόπουλος, Γιῶργος Πάντζας, Δήμητρα Παπαδοπούλου, Πέτρος Μάγνης (Κωνσταντινίδης), Δῆμος Σταρένιος, Βούλα Ζουμπουλάκη, Νόρα Βαλσάμη, Βασίλης Βαφέας, Ἄγγελος Βλάχος, Δάκης, Χρῆστος Πάρλας, Ἄλκηστις Πρωτοψάλτη, Ρούκουνας Ἐμμανουήλ, Σούλη Σαμπάχ, Στρατῆς Τσίρκας, Νίκος Τσιφόρος, Κώστας Φέρρης, Χατζηφώτης Ἰωάννης, Ἰωάννα Μπουκουβάλα ― Ἀναγνώστου κ.ἄ.

Ἀλλά οἱ Ἕλληνες τῆς Αἰγύπτου προσέφεραν πάρα πολλά καί σημαντικά καί σέ αὐτήν τήν ἴδια τήν Αἴγυπτο, τήν δεύτερη πατρίδα τους πού τήν ἀγάπησαν σάν δική τους πατρίδα: Ἡ πρώτη «Τράπεζα τοῦ Κράτους» ἱδρύθηκε ἀπό τόν τραπεζίτη Τοσίτσα, φίλο καί συνεργάτη τοῦ Μωχάμεντ Ἄλι, ἀλλά καί πολλές ἀπό τίς πρῶτες Τράπεζες τῆς νεωτέρας Αἰγύπτου ἔγιναν μέ τήν κύρια συμμετοχή Ἑλλήνων τραπεζιτῶν, οἱ πρῶτοι βαμβακοκαλλιεργητές ἦσαν Ἕλληνες, Ἕλληνες ἀνακάλυψαν τίς ποικιλίες τοῦ αἰγυπτιακοῦ βαμβακιοῦ πού τό ἔκαναν ἀσυναγώνιστο διεθνῶς, ἰδία μέ τήν μακρόκλωστη ποικιλία βάμβακος πού φέρει μέχρι σήμερα τό ὄνομα «Σακέλ» ἀπό τόν Ἕλληνα Σακελλαρίδη πού τήν ἀνακάλυψε. Ἡ ποικιλία αὐτή χάρισε στήν Αἴγυπτο ἀσύγκριτη φήμη καί ἀνέβασε αἰσθητά τήν οἰκονομία τῆς χώρας. Ἕλληνας ἔφερε στήν Αἴγυπτο τήν πρώτη ἐκκοκκιστική μηχανή, Ἕλληνας ἦταν αὐτός πού πρωτοασχολήθηκε μέ τήν ἀλευροβιομηχανία καί τήν ρυζοβιομηχανία, ἐνῶ τό πρῶτο συστηματικό ἐλαιουργεῖο ἦταν καί αὐτό ἑνός Ἕλληνα, τοῦ Ζερμπίνη!

Αἰγυπτιῶτες ἀσχολήθηκαν πρῶτοι μέ τήν ζαχαρουργία (Κότσικας), μέ τήν μακαρονοποιΐα καί μέ τήν ἀφυδάτωση φρούτων καί λαχανικῶν (Σαλβάγος). Τό πρῶτο τυροκομεῖο ἦταν ἑνός Ἕλληνα, ἑλληνική ἦταν καί ἡ βιομηχανία ἀμύλου καί γλυκόζης (Σαρπάκης), ἀμυλωδῶν προϊόντων (Ταμπάκης), χαζαρωδῶν προϊόντων καί χαλβάδων (Μελισσηνός), ἐνῶ Ἕλληνες ἦταν καί αὐτοί πού πρῶτοι σύστησαν βιομηχανία ἀλλαντικῶν (Μανουσάκης), συστηματοποίησαν τήν ἁλιεία σέ λίμνες τῆς Αἰγύπτου (Ἀγγελετόπουλος), προέβησαν σέ παραγωγή ἁλιπάστων, ἄνοιξαν τά πρῶτα βυρσοδεψεῖα καί ἕνας Ἕλληνας, ὁ Τσανακλῆς, μελετώντας Ἡρόδοτο πού ἀναφέρεται σέ καλλιέργεια ἀμπέλου στήν ἔρημο, ἀγόρασε πάμφθηνα ἐρημικές ἐκτάσεις καί προέβη πρῶτος σέ συστηματική καλλιέργεια ἀμπέλου.

Καθώς ἡ βιομηχανία καί τό ἐμπόριο ἦταν στά χέρια τῶν Ἑλλήνων καί τά περισσότερα ἐμπορικά καταστήματα, ἰδίως τά παντοπωλεῖα, τά ἀρτοποιεῖα, τά ζαχαροπλαστεῖα καί τά κέντρα ἀναψυχῆς ἦσαν ἑλληνικά, ἔδωσαν ἐργασία σέ χιλιάδες ντόπιους Αἰγυπτίους. Ἡ πρώτη ἐφημερίδα τῆς Αἰγύπτου ἦταν δίγλωσση, μέ μία ἐκ τῶν γλωσσῶν της τήν Ἑλληνική, ἐνῶ ἡ πρώτη γραφομηχανή μέ ἀραβικά τυποποιημένα γράμματα ἦταν κι αὐτή ἑλληνική εὑρεσιτεχνία ἀπό τό ἐργοστάσιο γραφομηχανῶν τοῦ Γεωργίου Δεσποίνη στό Κάϊρο.

Εἶναι ἐπίσης χαρακτηριστικό ὅτι ἕνας Ἕλληνας, ὁ Ἀνδριανός Δανινός, ἦταν ὁ ἐπιστήμονας πού συνέλαβε τήν ἰδέα καί ἔκανε τό πρῶτο τοπογραφικό γιά τήν δημιουργία τοῦ φράγματος τοῦ Ἀσουάν καί ἐπίσης ἕνας ἄλλος ὁ Ἕλληνας Φουντουκίδης, εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού ὡς μέλος τοῦ Διεθνοῦς Ἰνστιτούτου Πνευματικῆς Ἐνεργείας ἔστειλε ὑπόμνημα στήν UNESCO γιά τήν διάσωση μέ μετεγκατάσταση σέ ὑψηλώτερο τόπο τῶν ἀρχαιοτήτων τοῦ Abu Simbel. Ἡ UNESCO ἔκανε δεκτό τό αἴτημά του καί διέσωσε μαζί μέ τούς Ναούς τοῦ Abu Simbel καί ἄλλους 17 ἀρχαιολογικούς τόπους ἀπό τα νερά τῆς μεγαλύτερης τότε τεχνητῆς λίμνης στόν κόσμο, τῆς λίμνης Νάσσερ. Τό φράγμα μέ τήν λίμνη τοῦ Νάσσερ καί οἱ περίφημοι Ναοί τοῦ Abu Simbel εἶναι ἀπό τά ἐμβληματικά τουριστικά μέρη τῆς Αἰγύπτου καί κάθε χρόνο τά ἐπισκέπτονται ἑκατομμύρια τουριστῶν γιά νά τά δοῦν καί νά τά θαυμάσουν. Ἔτσι ἀπό τήν ἔμπνευση τοῦ Ἕλληνα Ἀνδριανοῦ Δανινοῦ γιά τό «Ὑψηλό Φράγμα» καί τήν ἰδέατοῦ Ἕλληνα Φουντουκίδη γιά τήν διάσωση τοῦ Abu Simbel, ἡ Αἴγυπτος κερδίζει ἀπό τόν τουρισμό ἀμύθητα ποσά καί ἔχει ἀναπτυχθῆ ἡ βιομηχανία τῆς χώρας, ἐνῶ ἔχει ἀνεβῆ τό βιοτικό ἐπίπεδο τοῦ φίλου αἰγυπτιακοῦ λαοῦ μέχρι τίς μέρες μας.

Ἰωάννου Σ. Φουρτούνα
καθηγητοῦ Πανεπιστημίου Al Azhar Καΐρου