«Διεθνής Ακαδημία Μεγάλου Αλεξάνδρου:
Βατήρας φιλανθρωπίας, Ελληνισμού και Ορθοδοξίας
στη Αφρική και στον κόσμο».


Λέει σε κάποιον στίχο ο Ποιητής της Πόλης μου:


«Αν όμως σεις άλλα ζητείτε, ιδού κι αυτά σαφή.
Η πόλις η διδάσκαλος, η πανελλήνια κορυφή,
εις κάθε λόγο, εις κάθε τέχνη η πιο σοφή».

Γράφει ο Σπ. Καμαλάκης, πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνοαιγυπτιακής Φιλίας


Ο ποιητής είναι ο Καβάφης και η πόλη η Αλεξάνδρεια κι εγώ που σας μιλώ, και μη με μυκτηρίσετε γι’ αυτό, αισθάνομαι περισσή την κληρονομιά που μου άφησαν, γιατί την βλέπω κάθε ημέρα να αυξάνει, να πλαταίνει και ν’ απλώνεται.

Γέννημα και θρέμμα της Αλεξάνδρειας είμαι περήφανος για την πολύτιμη καταγωγή. Μακρά η σειρά των αιώνων που στέκεται απτόητη στην ίδια θέση εκεί που χάραξε τα θεμέλιά της ο πάνω και πέρα από κάθε αμφισβήτηση μεγαλύτερος Έλληνας όλων των εποχών και ίσως κι από τους πιο μεγάλους της Οικουμένης άνδρες ο πρώτος. Ο Αλέξανδρος ο Φιλίππου!


Και λέει κάπου αλλού ο Ποιητής της Πόλης μου:

Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς∙
ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας.


Και λίγο πιο κάτω:

Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ὡς μέσα στην Βακτριανή την πήγαμεν, ώς τους Ινδούς.
…. Εμείς∙ οι Αλεξανδρείς….
….Οι επίλοιποι Έλληνες Αιγύπτου….

Δεν έχω σκοπό να κάνω λυρική ή ποιητική παρουσίαση σήμερα. Θέλω απλώς, ξεκινώντας με τεράστια άλματα ανάμεσα στο χθες και το σήμερα, με τα λόγια ενός ποιητή, που είναι μεγάλος, όπως λένε οι ειδικοί και το νιώθουμε και εμείς. Ανεξάρτητα από καταγωγή ή συνάφεια. Γιατί αν και είναι Αλεξανδρινός μιλάει ως πολίτης του κόσμου. Ακουμπάει στα πέρατα του κόσμου την ουσία της ιστορίας με λόγια ελληνικά, με πρόσωπα διαχρονικά, σαν να είναι ο κόσμος όλος η πατρίδα μας. Και λέει, και διηγείται, πέρα από τον χρόνο, ιστορίες που δεν γνώριζε μα σαν προφήτης και ως ποιητής βλέπει στο βάθος του χρόνου.

Ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος έγραφε ανάμεσα σε άλλα για τον Μακεδόνα βασιλιά πως «μέσα σε ελάχιστα χρόνια, αν και πολεμούσε αδιάκοπα, επιτέλεσε, στο οργανωτικό έργο του, ό,τι οι Ρωμαίοι χρειάστηκαν πολλές γενεές, πολλούς υπάτους και αυτοκράτορες, για να επιτελέσουν στους γεωγραφικούς χώρους που σταδιακά πήραν στην εξουσία τους».

Υπάρχει μια αλληλουχία μεταξύ της ιστορίας που άρχισε να γράφεται από τον Αλέξανδρο και τούτου που βλέπουμε σήμερα να γεννιέται στην Αλεξάνδρεια και να ξεχύνεται στην Αφρική.

Αυτή την αλληλουχία ακριβώς θέλω να σας επισημάνω. Ασφαλώς οι εκστρατείες του Μακεδόνα βασιλιά συνέβαλαν και στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού και της ελληνικής γλώσσας, όσο κι αν ο ίδιος δεν απέβλεπε στην υποδούλωση των λαών που κατακτούσε και την ισοπέδωση των εθνικών ιδιομορφιών. Ο συγχρωτισμός Μακεδόνων και ιθαγενών
βοηθούσε αναμφίβολα σ’ αυτό. Έτσι οι πόλεις του ελληνιστικού κόσμου πολύ γρήγορα απέβησαν «σχολεία», όπου και εκείνοι που δεν ήσαν από καταγωγή Έλληνες μετέχοντας του Ελληνικού Πολιτισμού γίνονταν Έλληνες, έστω κι ώς ένα σημείο. Πρότυπό τους ήταν η Αλεξάνδρεια η παρά την Αίγυπτο, όπως ήταν η πραγματική της ονομασία. Κι όπως γράφει ο ποιητής μας και συμβολίζει τη διαχρονικότητα της ελληνικής ιδέας, του ελληνικού πολιτισμού στον κόσμο:

…Μες στην καρδιά του, πάντοτε Ασιανός
αλλά στους τρόπους του και στην λαλιά του Έλλην

Πέρασαν χρόνια πολλά και σε κάποια ιστορική στιγμή κοντά, μαζί με τους Έλληνες, σ’ εκείνη την ίδια θέση που είχε διαλέξει ο Αλέξανδρος, ιδρύεται εδώ Εκκλησία του Ιησού Χριστού. Θεμελιώνεται με το μαρτύριο του Ευαγγελιστή Μάρκου, εξήντα τρία χρόνια μετά τη γέννηση του Ναζωραίου.
Το ελληνικό πνεύμα συναντά τη διδασκαλία Του στον τόπο που ο Μέγας Αλέξανδρος είχε ιδρύσει τη σημαντικότερη Αλεξάνδρειά του. Από αυτή την σύζευξη γεννιέται ένας άλλος πολιτισμός και ένας άλλος κόσμος, το ίδιο ρωμαλέος και το ίδιο ουσιαστικός.

Δεν αργούν να εμφανιστούν επιπλοκές. Επικίνδυνες φιλοσοφικές τάσεις και αιρέσεις αρχίζουν να αναπτύσσονται με την εξάπλωση του Χριστιανισμού. Οι εκκλησιαστικοί ταγοί στην Αλεξάνδρεια αγρυπνούν. Ιδρύουν γύρω στα τέλη του 2ου αιώνα την Κατηχητική Σχολή Αλεξανδρείας ως αντίβαρο και ως αντίσταση σταθμό στην θεολογική σκέψη. Η πρώτη σημαντική σχολή των χριστιανικών γραμμάτων όπου με συστηματικο τρόπο καλλιεργείται ο ερμηνευτικός κλάδος της θεολογίας από τον Αθηναγόρα και τον Πάνταινο, συνεργάτης του οποίου υπήρξε ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς. Οι προσεγγίσεις του Κλήμη έφεραν τις φιλοσοφικές θεωρίες του Νεοπλατωνισμού μέσα στο
κήρυγμα περί του Θεού και του Λόγου.

Είναι ασφαλώς μια «επιγραμματική» σκιαγράφηση της μορφής του Κλήμη η παρατήρηση του Γεωργίου Φλορόφσκυ ότι κατά μια πολύ ρεαλιστική έννοια «είναι ο θεμελιωτής της θεωρητικής θεολογίας, αυτός που στήριξε τη χριστιανική απολογητική πάνω σε μια συστηματική βάση». Η Σχολή δεν επιδρά μόνο στη σκέψη των Αλεξανδρινών. Απλώνεται σε όλο τον τότε χριστιανικό κόσμο και πρόσωπα όπως ο Μέγας Αθανάσιος και ο Άγιος Κύριλλος αποτελούν φάρους πνευματικούς της Ορθοδοξίας. Στα χρόνια του Μ. Αθανασίου διαδίδεται ο Χριστιανισμός και στην Αιθιοπία από τον Φρουμέντιο, που καταγόταν από την Τύρο.

Την ίδια εποχή στην Αλεξάνδρεια εμφανίζονται οι δυναμικές Αδελφότητες των Παραβαλανέων. Δεν θέλω να υπεισέλθω σε ιστορικές λεπτομέρειες για τις Αδελφότητες αυτές, για τις οποίες έχουν γραφεί διάφορα, αλλά και η
ιστορική έρευνα έχει αποφανθεί οριστικά. Στις Αδελφότητες αυτές πρωταρχικό ρόλο και συμμετοχή έχουν οι λαϊκοί αφιερωμένοι στο φιλανθρωπικό, νοσηλευτικό και ιεραποστολικό έργο του Πατριαρχείου. Οι Παραβαλανείς, πιστοί Χριστιανοί αφιερωμένοι, δρουν ως σώμα βοηθητικό του κλήρου και των μοναχών, οι οποίοι διακινδυνεύουν για την περίθαλψη και την σωτηρία των ασθενών, των ετοιμοθάνατων και φροντίζουν για την ταφή των νεκρών.

Αυτές οι δύο θεμελιώδεις εκφάνσεις της πνευματικής και φιλανθρωπικής δραστηριότητας που συνοδεύει την λατρευτική και σωτηριώδη δραστηριότητα του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας συνεχίζουν ανά τους αιώνες την προσφορά τους, μεταλλασσόμενες αναγκαστικά, ανάλογα με τις περιστάσεις, που σχεδόν ποτέ δεν υπήρξαν ιδεώδεις. Εξωτερικοί εχθροί,
όπως οι Άραβες και οι Σταυροφόροι και κατόπιν οι Τούρκοι, οι Γάλλοι, και οι Άγγλοι, προκαλούν τρομακτικές καταστροφές. Οι αντιδράσεις και οι υπονομεύσεις και οι διεκδικήσεις των Κοπτών αποτελούν μια μόνιμη πληγή για την χωρίς οικονομικούς πόρους Εκκλησία των Αλεξανδρέων, που ευτυχεί όμως να έχει σπουδαίους άνδρες στον θρόνο του Ευαγγελιστή
Μάρκου, μετά την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, όπως οι κρητικής καταγωγής Πατριάρχες Σίλβεστρος, Μελέτιος Πηγάς ο Κύριλλος Β΄ ο Λούκαρις, Γεράσιμος Α΄ ο Σπαρταλιώτης και Μητροφάνης ο Κριτόπουλος.

Νέα υπόσταση λαμβάνει τώρα το Πατριαρχείο, παρά την οικονομική δυσπραγία. Ιδρύονται τότε ελληνικά σχολεία και η πανάρχαια βιβλιοθήκη που υπήρχε από το 952 εμπλουτίζεται.

Πράγματι το 1796 ο Πατριάρχης Παρθένιος Β΄ από την Πάτμο φρόντισε για την καταγραφή των βιβλίων της σε κατάλογο.

Σήμερα αποτελείται από τουλάχιστον 2.164 σπάνια φυλλάδια καιχειρόγραφα και αριθμεί πάνω από 40.000 τόμους. Η παρουσία των Ελλήνων στην Αλεξάνδρεια, από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, κατά χιλιάδες, δίνει νέα ώθηση και στο Πατριαρχείο. Η Αλεξάνδρεια, πάντα αποτελούσε για τους φιλόδοξους Έλληνες έναν προσιτό και σχετικά κοντινό τόπο για ν’ αναπτύξουν τις όποιες επιχειρηματικές τους δραστηριότητες. Δεν έχασαν όμως, όταν πέτυχαν, την ανθρωπιά, την λεβεντιά και την εθνική μνήμη τους και δεν περιορίστηκαν στην απόλαυση των καρπών των κόπων τους.
Δημιουργείται έτσι ουσιαστικά μια τάξη, θα λέγαμε, «Αλεξανδρινών Ευεργετών» ή καλλίτερα «Αιγυπτιωτών Ευεργετών», που θαυματουργούν με τις προσφορές τους τόσο στη Νειλοχώρα όσο και στην καθημαγμένη Ελλάδα.


ΟΙ εποχές αλλάζουν. Οι πολιτικές μεταβολές και η πρόοδος της επιστήμης αλλάζουν τους δρόμους του ιστορικού γίγνεσθαι. Οι Έλληνες έφυγαν στο μεγαλύτερο ποσοστό τους από την Αλεξάνδρεια και από την υπόλοιπο Αίγυπτο. Επέστρεψαν στην μητρόπολη ή πήγαν μακρύτερα, αναζητώντας νέους τόπους για να μεγαλουργήσουν. Η Εκκλησία τους όμως παραμένει εκεί που την θεμελίωσε ο Ευαγγελιστής Μάρκος. Εφ’ ώ ετάχθη. Από δεκαετίες απλώνεται όλο και πιο βαθιά στην καρδιά, την απέραντη καρδιά της Αφρικής. Σε εποχές κατά τις οποίες η πίστη βάλλεται ως ένα από τα τελευταία οχυρά της ελεύθερης βούλησης και της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας κρατεί πάνω από την Αφρική το λάβαρο που είδε στο όραμά του ο Μέγας Κωνσταντίνος. Συνεχίζει να δίνει το μήνυμα της δύναμης του Σταυρού του Ιησού Χριστού και αναλίσκεται με ενθουσιασμό και αγάπη στην σωτηρία και τον φωτισμό ολοένα και περισσότερων Αφρικανών.

Ασφαλώς εκείνος που δεν έχει εικόνα της δραστηριότητας του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας θα εκπλαγεί αν θελήσει να εγκύψει στην σημερινή έκταση και δικτύωση των οργανώσεων των Μητροπόλεών του. Είναι όμως σίγουρο ότι δεν μπορεί, παρά την επιθυμία ή την απλή, αν θέλετε περιέργειά του, στην
πραγματικότητα να διανοηθεί την έκταση της εργασίας που γίνεται σιωπηρά τόσο από κληρικούς όσο και λαϊκούς αφοσιωμένους στο έργο της Ιεραποστολής, τις δυσκολίες, τα προβλήματα κάθε είδους σε μια περιοχή του κόσμου με πολλές ελλείψεις και ανάγκες, όπου η αγάπη και το καθήκον είναι
τρόπος ζωής σε όσους αποφασίσουν να ζήσουν προσφέροντας σ’ αυτήν την ήπειρο αλλά και την ομορφιά που εκπέμπουν τα έργα που πραγματοποιούνται εκεί και το φως που ξεχύνεται από τα πρόσωπα όσων γνωρίζουν το Ευαγγέλιο του Χριστού.


Τα έχουμε ξαναπεί. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας δημιουργεί μια καινούρια τάξη Ευεργετών. Των ιεραποστόλων κληρικών του και των λαϊκών συνεργατών τους, που με τους οραματισμούς και την καθοδήγησή του κατατείνουν, αγωνίζονται όχι μόνον στον φωτισμό των λαών της Αφρικής
και τη σωτηρία τους με την διδασκαλία του Ευαγγελίου, που είναι η πρώτη, η πρωταρχική αποστολή τους, αλλά και στην εκπαίδευση, την μετοχή στην παιδεία, που θα τους βοηθήσει άμεσα στην καλυτέρευση των συνθηκών ζωής, στην σύμπραξή τους στον πολιτισμό γενικότερα και στην συμβολή τους σ’ αυτόν περαιτέρω.

Δεν πρόκειται για ευχολόγια. Στους καιρούς μας περίσσεψαν οι σωτήρες. Οι λαοί στραγγαλίζονται πνευματικά αλλά και υλικά. Οι σωτήρεςοραματίζονται και αγωνίζονται την δική τους σωτηρία. Τον πλουτισμό των λίγων. Η Εκκλησία του Χριστού όμως έχει τελείως διαφορετικά οράματα και η Εκκλησία των Αλεξανδρέων, για να περιοριστώ στα δικά μας, τα κάνει πράξη, χωρίς τυμπανοκρουσίες, χωρίς απολαβή, χωρίς κρυμμένες συμφωνίες ή σκοπούς άνομους. Με πνευματικό ταγό έναν δοκιμασμένο ιεράρχη. Τον Πατριάρχη Θεόδωρο. Η όλη ιεραποστολική δράση του αλλά και το μειλίχιο τού χαρακτήρα του είναι η αιτία της αγάπης και της εμπιστοσύνης όλων των Αφρικανών στο πρόσωπό του, αλλά και των Κοινοτήτων Ελλήνων και Αράβων στην Αίγυπτο και όλη την Αφρική. Τον χαρακτήρισαν ως «Ιεραπόστολο Πατριάρχη» και «Πατριάρχη της Αγάπης» για τα παιδιά της Αφρικής. Αλλά δεν πρόκειται για κολακείες. Πρόκειται για τον καθρέπτη μιας απτής πραγματικότητας που αντικατοπτρίζει την ευεργεσία που απλώνει την προσφορά της σαν ένα ευεργετικό δίχτυ σε όλη την Μαύρη Ήπειρο. ΑΠΟΔΕΙΞΗ;

Στην ιστορική Ι. Πατριαρχική Μονή του Αγίου Σάββα Αλεξανδρείας επαναλειτούργησε, χάρη στις άοκνες προσπάθειες της Α.Θ.Μ. του κ. Θεόδωρου, η Πατριαρχική Σχολή Αλεξανδρείας Μέγας Αθανάσιος με σκοπό την προετοιμασία, εκπαίδευση και κατάρτιση στελεχών και συνεργατών του ανθρωπιστικού έργου της Ιεραποστολής, με μαθήματα Γεωπονίας, νοσηλευτικής και θεολογικής φύσεως. Η Πατριαρχική Σχολή αποτελεί εκπαιδευτικό ίδρυμα τριετούς φοίτησης αναγνωρισμένο από την Ελλάδα και την Αίγυπτο. Όμως ο Πατριάρχης Θεόδωρος οραματίζεται και κάτι άλλο, περισσότερο ουσιαστικό, μεγαλύτερο, ριζοσπαστικό. Δεν αρκεί η βοήθεια που καλύπτει τις ανάγκες του παρόντος. Αποβλέπει στην καλλιέργεια ενός καλύτερου αύριο για το ποίμνιό του και όχι μόνον γι’ αυτό. Αποβλέπει στην ίδρυση στην Αλεξάνδρεια μιας Εκκλησιαστικής Ακαδημίας, τετραετούς φοίτησης, ισόβαθμης πανεπιστημίου. Της έχει δώσει ήδη την
ονομασία της: Διεθνής Ακαδημία του Μεγάλου Αλεξάνδρου.

Να η αλληλουχία για την οποία σας έκανα λόγο πριν λίγο. Οραματίζεται για την θεολογική ανώτατη εκπαίδευση αφρικανών, και όχι μόνον, ορθοδόξων χριστιανών και με ανώτατα μαθήματα γεωπονίας και νοσηλευτικής, ώστε οι
απόφοιτοι να συντελέσουν και οι ίδιοι στην ανάπτυξη της Αφρικανικής Ηπείρου, του τόπου τους. Για τούτο τον οραματισμό αυτόν του Πατριάρχη τον χαρακτήρισα «Βατήρα φιλανθρωπίας, Ελληνισμού και Ορθοδοξίας στην Αφρική και τον κόσμο». Διότι συνιστά την απαρχή ενός άλλου είδους μαραθώνιο στα βάθη της Αφρικής και από εκεί με το Φως και την Αγάπη που αποπνέει, στην Οικουμένη. Ένα μαραθώνιο ευεργετικό για τους ανθρώπους, πραγμάτωση της Διδασκαλίας του Χριστού.

Όπως πολύ εύστοχα έχει γραφεί Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας υπήρξε ο θεματοφύλακας των παραδόσεων του Ελληνικού Έθνους στην Αίγυπτο. Κάποτε έπαθε μεγάλες καταστροφές και σιώπησε. Κάποιοι πρόφτασαν να το οικτίρουν και να το θρηνήσουν. Αλλά ως Φάρος τηλαυγής φέγγει στην Αίγυπτο αλλά και σε ολόκληρη της Αφρική και εκφράζει με άλλα λόγια για μια Εκκλησία και ένα Έθνος εκείνο που διατύπωσε ο Απόστολος Παύλος για την Ανάσταση των νεκρών, ότι δηλαδή «σπέρνεται φθαρμένο, ανυψώνεται άφθαρτο, σπέρνεται ατιμασμένο ανυψώνεται δοξασμένο, σπέρνεται αδύναμο, ανυψώνεται ρωμαλέο».

Λόγια συμβολικά και παραινετικά αλλά και συμβολικά και άκρως επίκαιρα. Το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας επιτελεί έργο ιστορικό και μας καλεί να το ακολουθήσουμε. Ο μαραθώνιος από τον βατήρα του οποίου ξεκίνησε ήδη, καταλήγει σε απέραντο στάδιο, όπου αναμένει ο κότινος δόξας της ευχαριστίας της Εκκλησίας και του Έθνους. Ας λάβουμε και εμείς μέρος με τις όποιες δυνάμεις ή αδυναμίες μας. Δεν πρόκειται για οραματισμό αλλά για μια πραγματικότητα που αρχίζει να υλοποιείται.