Ο Ευάγγελος Αχιλλόπουλος γεννήθηκε στην Τσαγκαράδα το 1833 και σπούδασε στη Ζαγορά. Το 1855 μετανάστευσε στην Αίγυπτο όπου εργάστηκε στον εμπορικό Οίκο Κασσαβέτη & Σία. Το 1862 εγκαθίσταται στο Κάιρο και επιδίδεται στο εμπόριο εισαγωγής υφασμάτων, αναλαμβάνοντας τη γενική προμήθεια υφασμάτων στο Δημόσιο, ενώ αναγνωρίζεται ως ειδικός παραγγελιοδόχος του Υπουργείου Στρατιωτικών και Ναυτικών ως το 1879. Συνεργάτη στις επιχειρήσεις είχε τον αδελφό του Σοφοκλή και αργότερα εξελίχθησαν σε τραπεζίτες και μεγαλογαιοκτήμονες. Το 1870 παντρεύτηκε την Πηνελόπη Στεφανίδου από τη Ζαγορά, με την οποία απέκτησε δύο γιους, τον Κωνσταντίνο και τον Νικόλαο, και δύο κόρες, τη Μαρία Ρουβιέ και την Ελένη κόμισσα δ΄ Ορνάνο.
Η περιουσία του Ευ. Αχιλλόπουλου ανήλθε στο 1.000.000 λίρες, από τα οποία τα 2/3 κληρονόμησε ο μεγαλύτερος γιος και τα υπόλοιπα τα άλλα 3 παιδιά του. Το 1883 προσέφερε 10.000 λίρες για να ιδρυθεί το Αχιλλοπούλειο Παρθεναγωγείο Καΐρου, ενώ παράλληλα παραχώρησε ένα διώροφο γωνιακό κτίριο στο Μούσκι για την εγκατάσταση του. Επίσης, κληροδότησε 8.000 λίρες στην Κοινότητα Καΐρου για τη συντήρηση κλινών στο Ελληνικό Νοσοκομείο για απόρους ασθενείς. Ευεργέτης και στον πόλεμο του 1897, δώρισε επίσης ένα μεγάλο ποσό για να ιδρυθεί Εμπορική Σχολή στην Τσαγκαράδα και με κληροδότημα του (1.700 λίρες μετρητά και 8.000 σε ελληνικά χρεόγραφα) μερίμνησε και για τη μετά το θάνατο του (1900) λειτουργία της.
Κληροδότησε επίσης 2.000 λίρες υπέρ του Ταμείου των Ελεών Καΐρου και 1.000 λίρες στη Μουσουλμανική Αγαθοεργό Αδελφότητα Καΐρου. Στο Βόλο, με τη χορηγία των Κωνσταντίνου και Νικολάου Αχιλλόπουλου, στη μνήμη του πατέρα τους, κτίστηκε το Αχιλλοπούλειο Νοσοκομείο, κεντρικό νοσηλευτικό ίδρυμα της Μαγνησίας ως τις μέρες μας, διαθέτοντας 5.000 γαλλικά φράγκα. Το Νοσοκομείο θεμελιώθηκε το 1903 και αποπερατώθηκε το 1906, ενώ ήταν ένα από τα μεγαλύτερα κτίρια στην Ελλάδα και το δεύτερο σε μέγεθος νοσοκομειακό ίδρυμα, μετά το Ευαγγελισμό των Αθηνών.
Με κληροδότημα του αδελφού του Σοφοκλή Αχιλλόπουλου (1854-1924) κτίστηκε εκκλησάκι στη γενέτειρα του. Επίσης, με τη διαθήκη του άφησε 25.000 λίρες για τη λειτουργία της Αχιλλοπουλείου Σχολής Τσαγκαράδας, 15.000 λίρες για να δημιουργηθεί Παρθεναγωγείο και 1.000 λίρες στην ενορία της Αγίας Παρασκευής για αρδευτικούς σκοπούς. 400 λίρες άφησε ακόμη στο Διοικητήριο Αλεξανδρείας.
Η Αχιλλοπούλειος Σχολή Τσαγκαράδας, ένα λιθόκτιστο, διώροφο κτίριο που συνδυάζει στοιχεία λαϊκής και νεοκλασικής αρχιτεκτονικής στην κάτοψη και τις όψεις, κτίστηκε το 1864 και λειτούργησε αρχικά ως ιδιωτική αστική σχολή αρρένων με έναν ή δύο δημοδιδασκάλους και δύο ελληνοδιδασκάλους, ενώ το 1905 μετατράπηκε σε εμπορική, από τις πρώτες τους είδους της στην Ελλάδα, στην οποία και φοιτούσαν παιδιά απ΄ όλη τη χώρα.
Με τα γενναία κληροδοτήματα των Αχιλλόπουλων λειτούργησε αδιάλειπτα, ακόμη και κατά τη διάρκεια των πολέμων, ως το 1955 οπότε ισχυροί σεισμοί έπληξαν τη στατικότητα του κτιρίου και έτσι οι λειτουργίες της μεταφέρθηκαν στη γειτονική ¨Νανοπούλειο Σχολή¨, ένα αιγυπτιώτικο κι αυτή ευεργέτημα. Το 1983 χαρακτηρίστηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, το 2001αναστηλώθηκε και σήμερα ανήκει στο Δήμο, αποτελώντας έδρα του πολιτιστικού του οργανισμού. Το 2008 στον πρώτο όροφο της δημιουργήθηκε ψηφιακό λαογραφικό μουσείο, ενώ στους χώρους της λειτουργεί επίσης μουσείο μινιατούρας, καθώς και η δημοτική βιβλιοθήκη.
Προς τιμήν των μεγάλων ευεργετών λειτουργεί σήμερα κοντά της το Αχιλλοπούλειο Γυμνάσιο-Λύκειο Τσαγκαράδας.
Μεταφερόμενοι στο Μάιο του 1914 διαβάζουμε στην ελληνική εφημερίδα ¨Αίγυπτος¨ του Ζαζαγίκ ανταπόκριση με τίτλο ¨Αθλητικοί-Σκοπευτικοί Αγώνες¨ :
«Τη πρωτοβουλία του σχολάρχου κ. Νικ. Δημητριάδου διωργανώθησαν ενταύθα την παρελθούσαν Κυριακήν εν τη Αχιλλοπουλίω Εμπορική Σχολή σκοπευτικοί και αθλητικοί αγώνες υπέρ των προσφύγων της Ηπείρου υπό των μαθητών. Προσήλθον πάντες οι μαθηταί και προσέφερον τον οβολόν των, ως και πολλοί των κατοίκων. Την ελλανόδικον επιτροπείαν απετέλουν οι κ.κ. Ν. Δημητριάδης σχολάρχης, Σ. Διαμαντόπουλος ελληνοδιδάσκαλος, Κ. Κόντιας και Ν. Κορωνάκης δημοδιδάσκαλοι, και Ε. Ευαγγελίδης εκ των εντοπίων. Επί της εισόδου προς είσπραξιν των εράνων ήσαν αι δεσποινίδες Κατίνα Αντωνιάδου και Ευαγγελία Σπινού, και η κυρία Άρτεμις Σχίζα, άπασαι δημοδιδασκάλισσαι των παρθεναγωγείων Ρηγείου, Καρταλείου και Φοινικοπουλείου. Το συλλεγέν ποσόν εκ δραχ. 114,50 απεστάλη δι΄ επιταγής τη εριτίμω κομήσση κυρία Λουΐζη Ριανκούρ».
Πηγές: Ν. Νικηταρίδης «Η Αίγυπτος, η Ελλάδα και η Αιγυπτιώτικη Προσφορά», Αθήνα 2007, σ.45 – Ν. Νικηταρίδης «Αιγυπτιώτικα Σύμμικτα», Κάιρο 2013, σ. 333 – www.tsagarada.gr – www. odysseus.culture.gr – «Αίγυπτος», Ζαγαζίκ 31/5/1914 – «Η Τσαγκαράδα και η Εμπορική Σχολή της», Αθήνα 1921, σ.σ. 3,73.