Από όλες τις γιορτές που διοργανώναμε στο Αχιλλοπούλειο Παρθεναγωγείο του Μπαμπ ελ-Λουκ στις δεκαετίες 1950 και 1960, η χριστουγεννιάτικη ήταν η αγαπημένη μου. Όλα τα είχε: γιορτούλα μέσα στην τάξη, γκράντε παράσταση στο θέατρο της Ξενακείου, όμορφα χορωδιακά τραγούδια και τα περίφημα «μαγαζάκια»!

Γράφει η Μαρία Αδαμαντίδου, Δημοσιογράφος – Ερευνήτρια Ιστορίας

Ήταν επίσης η αγαπημένη μου – και ας με συγχωρέσουν οι ήρωες της Ελληνικής Επανάστασης που και αυτούς, φυσικά, τους τιμούσαμε δεόντως την 25η Μαρτίου – γιατί συμπληρωνόταν με μια χορταστική αργία κάμποσων ημερών, με κερασάκι στην τούρτα την Πρωτοχρονιά και τον Αη-Βασίλη!

Στο Δημοτικό, τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν σε κάθε τάξη χωριστά, έτσι ώστε όλα τα παιδιά – ιδιαίτερα όσων οι οικογένειες δεν είχαν την οικονομική άνεση ‒ να έχουν την ευκαιρία να νιώσουν τη γιορτή πληρέστερα και σαν μέρος ενός κοινωνικού συνόλου. Η δασκάλα της τάξης μοίραζε τις δουλειές – το στόλισμα του δέντρου, το φτιάξιμο της φάτνης κ.ά.‒ ανάλογα με τις ικανότητες των παιδιών. Οι προετοιμασίες ήταν μια χαρούμενη υπόθεση εκτός και αν τελείωναν οι κόκκινες και πράσινες κιμωλίες! Για το χριστουγεννιάτικο θέμα που απαραιτήτως ζωγραφιζόταν στον μαυροπίνακα, οι περισσότερες μαθήτριες άφηναν για τις πιο τολμηρές τα δύσκολα –Παναγία, Χριστό, Ιωσήφ, βοσκούς–  προτιμώντας οι ίδιες να ζωγραφίσουν το πιο απλό γκι. Μα, είναι ποτέ δυνατό να ζωγραφίσεις γκι χωρίς κόκκινη και πράσινη κιμωλία;;; Εννοείται ότι το ίδιο μίνι-δράμα παιζόταν σχεδόν σε όλες τις τάξεις, ακόμα και στις πρώτες του Γυμνασίου, μα τελικά επικρατούσε ειρήνη, χάρη σε έξυπνες διαπραγματεύσεις με όσες είχαν προνοήσει για κιμωλιακό στοκ.

Τη μέρα της γιορτής λέγαμε τα κάλαντα και χριστουγεννιάτικα τραγούδια, γευόμαστε κουραμπιέδες και φοινίκια και γυρίζαμε στο σπίτι η καθεμιά με ένα δωράκι. Για τα δωράκια είχαν φροντίσει, σε συνεννόηση με τη δασκάλα, ο Σύλλογος Αποφοίτων του παρθεναγωγείου είτε οι «Μέλισσες» είτε εύπορες οικογένειες. Στη λογική της ευαισθησίας που πάντοτε έδειχνε η Κοινότητα και το σχολείο, η δασκάλα μοίραζε τα καλύτερα δώρα στα κορίτσια από άπορες οικογένειες. Άλλωστε, χάρη  στο κληροδότημα Πολυχρόνη Κότσικα, αυτά τα παιδιά λάβαιναν κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα από ένα ζευγάρι υποδήματα και ύφασμα για να ράψουν καινούριο φόρεμα.

Η μεγάλη αίθουσα του γυμναστηρίου φιλοξενούσε ομαδικές εκδηλώσεις. Μία ήταν η γιορτή του μικτού Νηπιαγωγείου, όπου δάσκαλοι και γονείς έρχονταν να καμαρώσουν τα παιδάκια τους να τραγουδούν και να απαγγέλουν ποιηματάκια. Εδώ γίνονταν και το κόψιμο της σχολικής πίτας, παρουσία του προέδρου της Κοινότητας, των σχολικών εφόρων και όλου του προσωπικού. Στο διάδρομο έξω από το γυμναστήριο, οι τάξεις του Γυμνασίου έστηναν τα «μαγαζάκια»: ήταν ένα είδος μπαζάρ όπου πωλούνταν χειροτεχνήματα των μαθητριών όπως καδράκια, κολιέ, ποδίτσες κ.λπ. φτιαγμένα γύρω από ένα θέμα (Γωνιά της Ελλάδας, Κινέζικη Καλύβα, Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων). Φυσικά, τα μαγαζάκια τα επισκέπτονταν όχι μόνο εκπαιδευτικοί αλλά γονείς και άλλοι πάροικοι που, ’θέλαν δε ’θέλαν, άφηναν τον… οβολόν τους.  Ευεργετικός θεσμό, που έδινε την ευκαιρία στα κορίτσια να εκφραστούν δημιουργικά, μαζεύοντας ταυτόχρονα μικροποσά για καλό σκοπό.  

Το «βαρύ πυροβολικό» του σχολικού εορτασμού ήταν η παράσταση στο θέατρο της Ξενακείου, που την περιμέναμε πως και πως. Σ’ αυτήν συμμετείχαν μαθήτριες από όλο το Γυμνάσιο. Προηγούνταν εντατικές πρόβες για κάθε μέρος του προγράμματος: απαγγελίες ποιημάτων, σκετς, τραγούδια όπως το «Άγια νύχτα» και το «Χιόνια στο καμπαναριό» (με διφωνίες και τριφωνίες, παρακαλώ) και το σούπερ tableau vivant με τη Φάτνη των Χριστουγέννων. Η αυλαία άνοιγε υπό τους ήχους πιάνου, αποκαλύπτοντας μεγάλες μαθήτριες να πλαισιώνουν τη φάτνη αναπαριστώντας την Παναγία, τον Ιωσήφ, αρχάγγελους και βοσκούς. Με τις σωστές ενδυμασίες και μακιγιάζ, εννοείται. Στη θέση του νεογέννητου Χριστού υπήρχε, για ευνόητους λόγους, μια κούκλα, ενώ αληθινά κουκλάκια με λευκά φορεματάκια και φτερά που λαμπύριζαν απ’ τη χρυσόσκονη, ήταν τα «αγγελάκια» του Δημοτικού που γέμιζαν τη σκηνή.

Η χάρη μου ευτύχισε να ζήσει το tableau vivant εκ των έσω, πρώτα ως αγγελάκι  και μια άλλη χρονιά ως… μικρός βοσκός. Αν θυμάμαι καλά, έλεγα και ένα ποίημα. Αν και δεν είχα ενθουσιαστεί με την αληθινή προβιά που μου έδωσαν να φορέσω ως πανωφόρι για να δείχνω αυθεντικό βοσκόπουλο, σημασία έχει ότι είδα ακόμη μια φορά, ψηλά από τη σκηνή, το κλασικό αποκορύφωμα του προγράμματος: το Προσκύνημα των Μάγων, ένα τραγουδιστικό μονόπρακτο με πρωταγωνίστριες τρεις καλλίφωνες μαθήτριες.

Ξεκινώντας από την πίσω πλευρά του κατάμεστου θεάτρου, ντυμένες με εντυπωσιακές στολές, οι μαθήτριες-Μάγοι προχωρούσαν προς τη σκηνή όπου ανέβαιναν και απίθωναν τα δώρα μπροστά στον Ιησού. Παράλληλα τραγουδούσαν ένα θαυμάσιο μελωδικό κομμάτι που αποτελείτο από το ρεφραίν των Μάγων («Οι τρεις Μάγοι είμαστε εμείς, της βαθιάς Ανατολής…), τα τρία «σόλι» των Μάγων, και από το αλέγκρο ρεφραίν της χορωδίας («Χρυσαστέρι λαμπερό, άστρο θείο μαγικό…).

Οι πάντες παρακολουθούσαν μαγεμένοι το μικρό αυτό δρώμενο που, στη δική μου μνήμη, έχει μείνει σαν μυσταγωγία που έδενε ψυχικά, και μοναδικά, μικρούς και μεγάλους. Χριστούγεννα στο Αχιλλοπούλειο… Όσοι τα ζήσαμε, τα θυμόμαστε με συγκίνηση κι ευγνωμοσύνη.

ΜΝΗΜΗ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΩΝ Διεύθυνση παρθεναγωγείου: Π. Παϊδούσης, Α. Φραγκούλη. Διεύθυνση Νηπιαγωγείου: Π. Τσαλίδου. Καθηγητές Ωδικής: Π. Σαββίδης, Σ. Παπακυριάκου, Ε. Φωτιάδου, Μ. Χατζηλία.  Σκηνικό πανό: Γ. Χίντζογλου.

Μαρία Αδαμαντίδου