Στις 14 Αυγούστου 1974, στον Αττίλα 2, καταγράφηκε η φράση που αποδίδεται στον Κωνσταντίνο Καραμανλή: «Η Κύπρος κείται μακράν». Παρά τις εξηγήσεις που έδωσε αργότερα ο υπουργός Αμυνας Ευάγγελος Αβέρωφ, στην Κύπρο (και στην Ελλάδα) ακόμα και μέχρι σήμερα υπάρχουν εκείνοι που χρεώνουν στην Ελλάδα -και στον Καραμανλή- ότι δεν έσπευσε με τα διαθέσιμα στρατιωτικά μέσα της εποχής να συνδράμει στην απόκρουση της δεύτερης εισβολής.
Γράφει ο Τέρενς Κουίκ
Αν και επί της ουσίας ο Κωνσταντίνος Καραμανλής κλήθηκε να διαχειριστεί μια στρατιωτική ήττα, για την οποία δεν ευθυνόταν αυτός. Εφταιγε, όμως, η Ελλάδα. Κανείς δεν το αμφισβητεί. Ή, καλύτερα, η χούντα που κυβερνούσε, με πρώτο βήμα τη σταδιακή απόσυρση της Μεραρχίας από τα τέλη του 1967 μέχρι τις αρχές του 1968 (το μόνο, πάντως, που κατάφερε τότε ο Μακάριος είναι να διατηρηθεί η Εθνοφρουρά).
Και μετά, πάλι από τη χούντα, του Ιωαννίδη αυτή τη φορά, έγινε και το πραξικόπημα κατά του Μακαρίου, που άνοιξε τις ορέξεις στην Τουρκία για την εισβολή στις 20 Ιουλίου 1974, με την επίφαση της εγγυήτριας δύναμης. Και με ρόλο από πλευράς Κίσινγκερ.
Στις 6 Ιουλίου 2023, 49 χρόνια αργότερα, στην πρώτη επίσκεψή του στην Κύπρο με τη νέα του ιδιότητα, αυτή του υπουργού Αμυνας της Ελλάδας, ο Νίκος Δένδιας, μετά τη συνάντηση που είχε με τον ομόλογό του Μιχάλη Γιωργάλλα, μιλώντας στους δημοσιογράφους, είπε το αντίθετο: «Η Κύπρος δεν κείται μακράν». Αλλά το ζήτημα είναι πού βρισκόμαστε τώρα σε σχέση με την Κύπρο και την Ελλάδα. Και μάλιστα ενόψει του ταξιδιού που θα πραγματοποιήσει αυτή την Τετάρτη 26 Ιουνίου στη Λευκωσία ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης.
Η αλήθεια είναι ότι βρισκόμαστε σε διαφορετικά επίπεδα. Ετσι κι αλλιώς, το ζήτημα της στήριξης του Κυπριακού από πλευράς Αθήνας δεν αντιμετωπίζεται θετικά ή αντιμετωπίζεται με μεγάλη δόση καχυποψίας/γκρίνιας/δυσαρέσκειας, κυρίως από κυπριακά ΜΜΕ, αλλά και σιωπηρά από πολιτικές δυνάμεις και φωναχτά από Κύπριους πολίτες στα social media. Το ελληνικό ΥΠΕΞ είναι απόλυτα ενήμερο για τα αρνητικά άρθρα, λεγόμενα και ρεπορτάζ.
Εν γνώσει λόγου επισημαίνω ότι είχαμε ισχυρή ΜΙΝΤΙΑΚΗ αντίδραση και με την απόφαση της Αθήνας να δώσει στην Τουρκία τη Γενική Γραμματεία του ΙΜΟ. Και, μάλιστα, με τον Πρόεδρο Νίκο Χριστοδουλίδη να το πληροφορείται ως τετελεσμένη ελληνική απόφαση, κατά τη διάρκεια της επίσημης πρώτης επίσκεψής του στην Αθήνα. Η αρνητική αντίδραση της Λευκωσίας ήρθε με καθυστέρηση 48 ωρών. Με ολιγόλογη και προσεκτική ανακοίνωση του κυβερνητικού εκπροσώπου Κωνσταντίνου Λετυμπιώτη.
Αλλά τα πράγματα στην Κύπρο πήραν μεγαλύτερες διαστάσεις σκεπτικισμού, μετά την τελευταία συνάντηση στο Βίλνιους του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Παγωμάρα στα κόμματα που προτίμησαν πάλι τη σιωπή, με ελάχιστες εξαιρέσεις, αλλά πύρινα τα δημοσιογραφικά άρθρα και καθόλου κολακευτικές αναλύσεις και με μεγάλη δόση απογοήτευσης ή και σφοδρών επικρίσεων οι σχετικές παρεμβάσεις σε ειδησεογραφικά/ενημερωτικά προγράμματα τηλεοράσεων και ραδιοφώνων. Ο λόγος; «Η Ελλάδα τα συμφέροντά της και εμείς πάλι στην άκρη».
Διότι στη συνάντηση στο Βίλνιους έπεσαν μεν οι επικοινωνιακοί τόνοι της έντασης στα ελληνοτουρκικά, αλλά στην κουβέντα δεν φάνηκε να μπήκε η Κύπρος (τουλάχιστον δεν ανακοινώθηκε και δεν διέρρευσε κάτι σχετικό)ν έστω και ως τεστ αντιδράσεων του Ερντογάν. Και πόσο μάλλον σε εποχές όπου η πολιτική Ερντογάν γίνεται πολύ επιθετική στα κατεχόμενα με την περίκλειστη Αμμόχωστο/Βαρώσι, όπως και με τα εγκαίνια την περασμένη Πέμπτη, παρουσία του Τούρκου Προέδρου, ανήμερα της μαύρης επετείου της εισβολής, του παράνομου αεροδρομίου Τύμπου για πλήρη εμπορική εκμετάλλευση. Και, βέβαια, τη συνεχιζόμενη προκλητική ρητορική για δύο κράτη. Την οποία επανέλαβε στα συγκεκριμένα εγκαίνια, με την αξίωση για κυριαρχική ισότητα, αναφέροντας: «Επαναλαμβάνω την έκκλησή μου να υποστηρίξουμε το ιδανικό των δύο ίσων κρατών». Πάντως, ένας προσεκτικός αναλυτής θα μπορούσε να καταγράψει τη λέξη «ιδανικό» αντί για το μέχρι τώρα «αδιαπραγμάτευτο».
Καταγράφεται επίσης ότι την Πέμπτη η πτήση του Ερντογάν από τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα στα κατεχόμενα (όχι με το προεδρικό αεροπλάνο, αλλά με Α330 των τουρκικών αερογραμμών) έγινε τελικά μέσω Τουρκίας και όχι απευθείας από το Ντουμπάι, όπως ήθελε ο Τατάρ για να «νομιμοποιήσει» το αεροδρόμιο. Γεγονός που χαρακτηρίστηκε ως αποφυγή Ερντογάν μιας προκλητικής κίνησης.
Σημειώνεται ότι ακόμα και στο προεδρικό μέγαρο της Κύπρου πιστεύουν ότι αφήνονται χαραμάδες εκ μέρους της Τουρκίας για ενδεχόμενο επανέναρξης των όποιων διαπραγματεύσεων. Με ορόσημο τη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ τον Σεπτέμβριο.
Απόλυτα εξακριβωμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι, ανεξαρτήτως της επίσκεψης του Ελληνα πρωθυπουργού στην Κύπρο και πέρα από τα όσα έλεγαν Μητσοτάκης – Χριστοδουλίδης στο περιθώριο της Διάσκεψης Κορυφής Ε.Ε. – CELAC στις Βρυξέλλες αυτή την εβδομάδα, οι δύο άνδρες έχουν τακτικές τηλεφωνικές επαφές. «Τα λένε οι δυο τους πολύ συχνά», όπως μου είπε πηγή της κυπριακής Προεδρίας και μου επαλήθευσε αντίστοιχη, κορυφαία, μάλιστα, του ελληνικού ΥΠΕΞ. Η οποία επεσήμανε και το εξής: «Ανεξάρτητα με την πορεία των ελληνοτουρκικών σχέσεων σε ό,τι αφορά τα διμερή, να μην αμφιβάλλει κανείς ότι, σε αυτό το πλέγμα, το Κυπριακό είναι σαφώς μέσα στην ατζέντα της Ελλάδας. Δεν λείπει και ούτε μπορεί να λείπει».
Πάντως, αν αποκωδικοποιήσουμε τις συνεχείς, τον τελευταίο καιρό, δημόσιες αναφορές Μητσοτάκη, είναι γεγονός ότι η Αθήνα εμφανίζεται αποφασιστικά με τη γραμμή ότι απορρίπτει κάθε συζήτηση για δύο κράτη και εμμένει στα γνωστά δεδομένα: Διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία, ψηφίσματα Συμβουλίου Ασφαλείας, Κραν Μοντανά με τις δύο πρόνοιες (που συμβούλεψε -και κανείς δεν το λέει συμπλεγματικά- ο Νίκος Κοτζιάς τον Νίκο Αναστασιάδη) για τέλος εγγυητριών δυνάμεων/απόσυρση τουρκικών στρατευμάτων.
Ενδεικτικό και το tweet που ανέβασε ανήμερα της εισβολής ο Ελληνας πρωθυπουργός, με έντονες επισημάνσεις για την «αποτρόπαιη τουρκική εισβολή» και το καθεστώς κατοχής. Θέσεις που ενόχλησαν τα μέγιστα τα τουρκικά ΜΜΕ. Οπως τη «Sabah», μια εφημερίδα ορκισμένη στο πλευρό του Ερντογάν.
Επιπλέον, ο Ελληνας υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, μετά από συνάντηση που είχε αυτή την εβδομάδα με τον γενικό γραμματέα της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, Γενς Στόλτενμπεργκ, ανέφερε ότι «η πλήρης συμμετοχή της Κύπρου στην εμβάθυνση της συνεργασίας Ε.Ε. – ΝΑΤΟ είναι απαρέγκλιτος όρος».
Τώρα, μετά την επαναδιατύπωση της απόστασης, με τη θέση ότι τελικά «η Κύπρος δεν κείται μακράν», στη Μεγαλόνησο περιμένουν. Γιατί «άλλο τα λόγια κι άλλο η πράξη».
Καταληκτικά καταχωρούμε δήλωση που έκανε στη Realnews ο πρόεδρος της Επιτροπής Αμυνας της κυπριακής Βουλής, πρόεδρος της Επιτροπής για τον Φάκελο Κύπρου και πρόεδρος της ΕΔΕΚ, Μαρίνος Σιζόπουλος:
«Η Κύπρος όχι μόνο δεν βρίσκεται μακριά από την Ελλάδα, αλλά αποτελεί εδώ και χιλιετίες αναπόσπαστο τμήμα του Ελληνισμού. Η Κύπρος δεν είναι το προκεχωρημένο φυλάκιο του Ελληνισμού, αλλά το τελευταίο. Εάν χαθεί η μάχη της Κύπρου, η Τουρκία είναι ακόμα πιο κοντά στην υλοποίηση των επεκτατικών της στόχων. Θα ακολουθήσουν η απώλεια της Θράκης και η διχοτόμηση του Αιγαίου».
ΠΗΓΗ: Realnews