”Στα Χνάρια των Ελλήνων της Αιγύπτου” στο ERTFLIX
23/07/2025
Show all

Άγγελος Κουτρουμπάκης: Όταν η μνήμη γίνεται τραγούδι

Ο Αιγυπτιώτης μουσικοσυνθέτης  μιλά στο Νέο Φως για τη ζωή του, αλλά και τη δύναμη της τέχνης να κρατά τις ρίζες ζωντανές.

Κάθε φορά που μας δίνεται η ευκαιρία να συνομιλήσουμε με έναν Αιγυπτιώτη Έλληνα, είτε στο πλαίσιο μιας συνέντευξης είτε μέσα από την παρουσίαση του έργου του, η χαρά μας πολλαπλασιάζεται. Κι αυτό γιατί, μέσα από τη δική του κατάθεση ψυχής, προστίθεται μία ακόμη πολύτιμη ψηφίδα στη συλλογική μνήμη του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού.

Το έργο του, μα πάνω απ’ όλα η προσωπική του μαρτυρία, αποτελούν μια σημαντική παρακαταθήκη για τον φιλίστορα μελετητή του αύριο, αλλά και μια ζωντανή απόδειξη για τη δύναμη και τη συνέπεια των Αιγυπτιωτών όπου γης.

Ο σημερινός μας φιλοξενούμενος είναι ο μουσικοσυνθέτης και τραγουδιστής Άγγελος Κουτρουμπάκης — ένας ρομαντικός Αιγυπτιώτης «παλαιάς κοπής», ένας αιώνιος έφηβος που, παρά τις ανατροπές της ζωής, κατάφερε να μη χάσει την επαφή του με την γενναιόδωρη πηγή της νιότης του, που δεν είναι άλλη από την τέχνη της μουσικής.

Τον συναντήσαμε στο σπίτι του στην Αθήνα, όπου μας υποδέχθηκε μαζί με τη σύζυγό του, Μαρία Αδαμαντίδου, η οποία εκτός από συγγραφέας, δημοσιογράφος και ιστορική ερευνήτρια του Αιγυπτιώτη Ελληνισμού, είναι και συνένοχη σε ένα κοινό τους όνειρο που γεννήθηκε κάπου στη δεκαετία του ’70.

Τι σημαίνει για εσάς η έννοια “Αιγυπτιώτης Έλληνας;

Όποιος γεννήθηκε στην Αίγυπτο έχει το δικαίωμα –θεωρητικά τουλάχιστον– να λέγεται Αιγυπτιώτης. Αν όμως δεν έχει ζήσει και δεν έχει καταλάβει κάποια πράγματα, τότε είναι μόνο κατ’ όνομα.

Αιγυπτιώτης Έλληνας είναι αυτός που έχει ζήσει, έχει κατανοήσει· του έχουν μείνει εικόνες στην καρδιά, και καλές και κακές. Το πιο σημαντικό όμως –και αυτό είναι που μας καθιστά πραγματικά Αιγυπτιώτες Έλληνες– είναι η ανάγκη μας να επιστρέψουμε. Η επιστροφή είναι η ουσία.

Στην Αίγυπτο αισθανόμαστε σαν στο σπίτι μας. Εδώ, στην Αθήνα, δεν το νιώθουμε έτσι. Η πατρίδα μου είναι η Ελλάδα, δεν το αρνούμαι. Αλλά εκεί, στην Αίγυπτο, είναι αλλιώς. Πάντα νιώθω μια χαρά όταν επιστρέφω. Εκεί ξεκίνησαν όλα: εκεί γνώρισα τη Μαρία, εκεί άρχισα να σπουδάζω, εκεί έμαθα να οδηγώ – μέσα στο χάος του Καΐρου με ένα παλιό Ford του ’46, που οδηγούσα με καμάρι κάθε πρωί, μπαίνοντας στην αυλή της Αμπετείου.

Βέβαια, στην Αίγυπτο ένιωσα και τις πρώτες μου απογοητεύσεις. Ήμουν δακτυλοδεικτούμενος για τα μακριά μαλλιά και τη μουσική που άκουγα. Ήμουν… σπάνιο είδος!» (γέλια)

Για να επιστρέψω στην ερώτησή σου: Αιγυπτιώτης είναι αυτός που θέλει να κρατήσει τη μνήμη ζωντανή και να την κάνει αποστολή ζωής. Να τη μοιραστεί με άλλους. Κάτι σαν αυτό που κάνει η Μαρία με το έργο της.

Κι εγώ, μέσα από τα τραγούδια και τις μουσικές μου, προσπαθώ να κρατήσω αυτήν τη μνήμη ζωντανή. Γράφω τραγούδια με έντονο κοινωνικό και πολιτικό προσανατολισμό, που μιλούν για τις σκέψεις, τους προβληματισμούς και τις ανησυχίες μου, ως ενεργού πολίτη σε έναν κόσμο που αλλάζει ριζικά – και με τρομάζει.

Πώς τρύπωσε η μουσική στη ζωή σας; Μιλήστε μας για την πρώτη στιγμή που καταλάβατε πως η μουσική θα είναι πάντα κοντά σας.

Ο πατέρας μου, αν και δεν είχε τελειώσει καλά-καλά το Δημοτικό, άκουγε Όπερα. Μιλούσε Ιταλικά, καταλάβαινε τα λόγια, και συγκινούνταν έντονα. Η μητέρα μου αγαπούσε τα βαλς, και οι αδελφές μου άκουγαν και έπαιζαν πολλή κλασική μουσική – αλλά και Frank Sinatra και Elvis Presley

Όλα αυτά ήταν όμορφα, δεν λέω, αλλά δεν με ιντρίγκαραν ιδιαίτερα. Εκτός… λίγο ο Έλβις. Και όλα αυτά, μέχρι τη στιγμή που αρρώστησα με ανεμοβλογιά και έμεινα σχεδόν έναν μήνα στο σπίτι μου. Εκεί συνέβη κάτι μαγικό, που με σημάδεψε. Το έτος ήταν 1963.

Από τον ραδιοφωνικό σταθμό του Καΐρου άκουσα για πρώτη φορά τους Beatles και το τραγούδι τους “From Me to You“. Ένιωσα ότι έγινε μια έκρηξη στο δωμάτιο – και ο χρόνος σταμάτησε. Ωραίος ο Elvis, ωραίος και ο Sinatra, αλλά αυτό… ήταν κάτι άλλο. Μου έκανε κάτι μέσα μου. Σε μια στιγμή, ένιωσα άλλος άνθρωπος.

Ήμουν τότε στην 3η Γυμνασίου. Το επόμενο καλοκαίρι, που ήρθα στην Ελλάδα, αγόρασα αμέσως δίσκο τους. Μου άρεσαν όλα πάνω τους: η μουσική, οι στίχοι, το ντύσιμο, τα μαλλιά, το στυλ, η στάση τους στη ζωή. Με συγκινούσαν βαθιά. Ονειρευόμουν τον εαυτό μου σαν αυτούς.

Από την άλλη, ήταν και ο Κονάς στην Αμπέτειο, που μας περίμενε με το ψαλίδι στο χέρι…» (γέλια)

Ακούγοντας τους Beatles, ένιωθα ότι μπορούσα κι εγώ, ως νέος άνθρωπος τότε, να κάνω κάτι. Μέσα από τα τραγούδια τους μου έδιναν τη δύναμη να πάρω τη ζωή στα χέρια μου. Και αυτό, πιστεύω, ήταν το μεγαλύτερο κέρδος: να είσαι έφηβος στην καλύτερη εποχή που θα μπορούσε να υπάρξει!

«Σπουδές και επαγγελματική διαδρομή. Πώς ξεκινήσατε την πορεία της ζωής σας;»

Αν και μπορεί να φαίνομαι ήσυχος στην όψη, στην πραγματικότητα είμαι πολύ ανήσυχο πνεύμα – πάντα ψαχνόμουν. Αυτό φάνηκε και από τη διαδρομή που διάλεξα στις σπουδές μου… (γέλια)

Πέρασα στο Πολυτεχνείο της Πάτρας, αλλά το εγκατέλειψα μέσα σε έναν μήνα. Το αντικείμενο δεν με τραβούσε καθόλου. Με μάλωναν όλοι – περιττό να σου πω. Όμως δεν άντεχα ούτε στιγμή την ιδέα να σπουδάζω κάτι που δεν αγαπούσα.

Γύρισα πίσω στο Κάιρο και γράφτηκα στο Πολυτεχνείο Ain Shams, σε ένα νέο αγγλόφωνο τμήμα. Πήγαινα πολύ καλά, περνούσα τα μαθήματα, αλλά τότε βγήκε ένας νόμος που μας υποχρέωνε να παρακολουθούμε τα μαθήματα στα Αραβικά. Καταλαβαίνεις τι σήμαινε αυτό για μένα… Μιλούσα μεν τη δημώδη αραβική, αλλά όχι σε τέτοιο ακαδημαϊκό επίπεδο.

Στο μεταξύ, είχα αγοράσει κιθάρα και ντραμς από το κατάστημα του Παπαζιάν στο Κάιρο. Έβαζα τους δίσκους των Beatles και έπαιζα από πάνω. Τρέλαινα τους γείτονες!

Ήταν 1967 και έπρεπε να αποφασίσω τι θα κάνω με τη ζωή μου. Μένουμε τότε στην Τουφικία, στη Σουλεϊμάν Ελ Χάλαμπι. Ο πατέρας μου είχε εκεί συνεργείο αυτοκινήτων, κι εμείς μέναμε στον πάνω όροφο.

Άρχισα να μελετάω μόνος μου Αγγλική Φιλολογία, ενώ εξελισσόμουν παράλληλα και στην κιθάρα – που ήταν η μεγάλη μου αγάπη. Σύντομα κατάλαβα ότι με το Πολυτεχνείο έχανα πολύτιμο χρόνο.

Αποφάσισα λοιπόν να σπουδάσω αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων. Γράφτηκα σε μια σχολή στην Ελλάδα, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούσα μαθήματα εξ αποστάσεως από ένα αγγλικό πανεπιστήμιο. Εκεί απέκτησα τις γνώσεις και την κατεύθυνση που με βοήθησαν να καταλάβω τι ήθελα τελικά: αυτό ήταν το επάγγελμα που με εξέφραζε.

Η Μαρία Αδαμαντίδου; Πώς ξεκινήσατε και πώς γίνατε συνένοχοι στο ίδιο όνειρο μιας ολόκληρης ζωής;

Ήμασταν ακόμα στο Κάιρο. Τη Μαρία την ήξερα από το σχολείο, αλλά τότε δεν είχαμε ιδιαίτερη σχέση. Μαζευόμασταν συχνά στον Σύλλογο Αποφοίτων της Αμπετείου, στην Εμάντ Ελ Ντιν – ήταν η λέσχη μας. Εκεί είχαμε φτιάξει και έναν Σύλλογο Φοιτητών, περνούσαμε πολύ χρόνο μαζί.

Με τη Μαρία μοιραζόμασταν τα ίδια γούστα στη μουσική. Της άρεσαν κι εκείνης οι Beatles. Και κάπως έτσι αποφασίσαμε να φτιάξουμε μια μπάντα!

Έτσι ξεκίνησαν όλα. Δημιουργήσαμε τους “The Spοοkies”. Κάναμε πολλές εμφανίσεις. Ο κολλητός μου, ο Σταύρος Ψιρούκης, ήταν το τρίτο μέλος του συγκροτήματος. Τελευταίος προστέθηκε ο Αντρέ, Αιγύπτιος φίλος, στα ντραμς. Δεν θα ξεχάσω την πρώτη μας συναυλία στον Σύλλογο Αποφοίτων της Αμπετείου Σχολής. Η επόμενη ήταν στο Ελληνικό Κέντρο Καΐρου, κι ακολούθησαν πολλές άλλες.»

Ήρθε όμως η στιγμή που έπρεπε να φύγουμε για την Ελλάδα. Στο Κάιρο δεν υπήρχαν δουλειές και αναζητήσαμε την τύχη μας στην Αθήνα. Ξεκινήσαμε με τη Μαρία και την αδελφή της, την Κατερίνα, σ’ ένα περιβάλλον τελείως διαφορετικό από την Αθήνα που γνώριζα στις διακοπές.

Η αρχή ήταν δύσκολη – πολύ. Μετά από πολλές προσπάθειες, βρήκα μια καλή δουλειά σε μια αμερικανική εταιρεία, που ζητούσε εξειδικευμένο προσωπικό για αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων. Εκεί ξεκίνησα πραγματικά την επαγγελματική μου σταδιοδρομία με όρεξη. Η εταιρεία αυτή ήταν ακριβώς ό,τι χρειαζόμουν: σχεδιάζαμε ξενοδοχεία, πολυτελείς βίλες, μεγάλα έργα που μου έδωσαν τρομερή εμπειρία και δημιουργική χαρά.

Με την συγκεκριμένη πείρα άνοιξα πλέον το δικό μου γραφείο μελετών εσωτερικών χώρων το 1978 και το διατήρησα μέχρι το 2013 που συνταξιοδοτήθηκα.

Ακολούθησαν κι άλλα. Έγινα αντιπρόσωπος για όλη την Ελλάδα μιας μεγάλης ιταλικής εταιρείας με μοντέρνα έπιπλα φαρμακείων. Και για να μην ξεχάσουμε τις ρίζες μας, ανοίξαμε κι ένα κατάστημα, το «BEDOUIN BAZAAR», με καλαίσθητα αιγυπτιακά είδη, στην πλατεία Αμερικής. Το μαγαζί έγινε γνωστό, είχε πελατεία, εμείς βέβαια λεφτά δεν βγάλαμε…» (γέλια)

Αλλά μας έδωσε την ευκαιρία να ταξιδεύουμε ξανά στην πατρίδα μας, την Αίγυπτο. Είμασταν τρελοί, όπως σου είπα. Αλλά η έννοια του Αιγυπτιώτη έχει να κάνει με την επιστροφή.

Και για να ενώσουμε και την τρέλα με τη μουσική: κάποια στιγμή μάς προτάθηκε να παίξουμε σεζόν σε μεγάλο ξενοδοχείο στην Κω. Τα παρατήσαμε όλα — ή μάλλον τα βάλαμε σε αναμονή — και φύγαμε για μια ακόμα περιπέτεια!

Ο μεγάλος μου καημός όλα αυτά τα χρόνια, αν και υπηρέτησα τη δουλειά μου με ευσυνειδησία, ήταν η στιγμή που θα έβγαινα στη σύνταξη για να ασχοληθώ ολοκληρωτικά με τη μουσική – τη μεγάλη μου αγάπη.

Πώς κύλησε η ζωή μετά την πολυαναμενόμενη συνταξιοδότηση;
Ήρθε αυτή η καλή ώρα, και αποφάσισα να αφιερωθώ ολοκληρωτικά στη μουσική. Δεν ήξερα ότι μπορούσα να γράφω και τραγούδια, και την πρώτη μου δημιουργική έμπνευση μου την έδωσε η «Μίστη», ένα γατάκι που είχαμε τότε. Το βρήκαμε ένα βράδυ στην Αγορά της Κυψέλης και το αγαπήσαμε πολύ. Αυτό το γλυκό αλλά και λίγο άγριο γατάκι μου έδωσε την πρώτη ώθηση να ξεκινήσω να γράφω, και από τότε πήρα θάρρος και άνοιξα τα φτερά μου, δημιουργώντας τραγούδια που μιλούν για όλα όσα με συγκινούν και με ταρακουνάνε στη ζωή.

Ποια είναι τα σχέδιά σου για το μέλλον;
Ξεκίνησα αργά, στα 65, αλλά δεν περνάει μέρα που να μην έχω στο μυαλό μου τη μουσική, να συνθέτω και να δημιουργώ μελωδίες που γεμίζουν τη ζωή μου και πιστεύω αρέσουν και σε όσους τις ακούν και ακολουθούν την πορεία μου στο τραγούδι. Σε αυτό το στάδιο της ζωής μου, το να γράφω τραγούδια και μελωδίες είναι μια φυσική διαδικασία. Τα θέματα που με απασχολούν είναι το περιβάλλον, οι κοινωνικές συμπεριφορές, η ισότητα, ο τρόπος που φερόμαστε στα ζώα. Φυσικά, δεν λείπουν οι μνήμες μου από το Κάιρο, οι αναμνήσεις από τους γονείς μου και όλα όσα έχω ζήσει σε αυτήν την όμορφη χώρα. Πρόσφατα μελοποίησα ένα ποίημα του Αιγυπτιώτη Νίκου Νικηταρίδη, καθώς και γαλλικούς στίχους της Ηλιουπολίτισσας φίλης Έφης Χαλκιά και τώρα προετοιμάζω τη μελοποίηση ενός ποιήματος του Καϊρινού Λάμπρου Μπενοβία. Είμαι πολύ απασχολημένος αυτήν την περίοδο, αλλά μου αρέσει αυτή η ένταση.

Ο στόχος μου για το άμεσο μέλλον είναι να δώσω περισσότερες συναυλίες, κάνοντας τη μουσική και τους στίχους μου όσο πιο γνωστούς μπορώ. Επίσης, επαναηχογραφώ παλιά μου τραγούδια με νέες ενορχηστρώσεις που νομίζω έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τώρα έχω πείσει και τη Μαρία και την αδελφή της, την Κατερίνα, να συμμετάσχουν στις νέες μου κυκλοφορίες. Αν και έχουν πολύ επιβαρυμένο πρόγραμμα με τις δικές τους ασχολίες, γλύκαναν στο άκουσμα των νέων κομματιών και θα συμπλεύσουν μαζί μου.

Στο σημείο αυτό, η Μαρία Αδαμαντίδου μπήκε στην κουβέντα μας, δίνοντας έναν διαφορετικό τόνο, δυναμιτίζοντας τη συνέντευξη, η οποία άρχισε να μοιάζει με μια μικρή συναυλία στο φιλόξενο σαλόνι της οδού Κυκλάδων.

Πιάσανε λοιπόν την κιθάρα και τους στίχους και έπαιξαν για τους αναγνώστες του ΝΕΟΥ ΦΩΤΟΣ το τραγούδι που ο Άγγελος Κουτρουμπάκης εμπνεύστηκε από την αγαπημένη τους «Μίστη». Με αυτό το όμορφο άκουσμα τους αποχαιρετήσαμε, με την ευχή όλα τα όνειρα και οι στόχοι τους να βγουν αληθινοί.

Αναζητήστε τα τραγούδια του ΄Άγγελου Κουτρουμπάκη στο διαδίκτυο. Ακούστε εδώ ένα χαρακτηριστικό δείγμα της δουλειάς του