Όταν ο Βρετανός αρχαιολόγος Χάουαρντ Κάρτερ έριχνε, το μακρινό 1922, την πρώτη κλεφτή ματιά, μέσα από μια τρύπα, στον τάφο του Φαραώ Τουταγχαμών, δεν μπόρεσε να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό του γι’ αυτό που έμελλε να είναι μια από τις σημαντικότερες αρχαιολογικές ανακαλύψεις ανά τους αιώνες και στην ερώτηση του λόρδου Κάρναβον, αν μπορεί να δει κάτι, αναφώνησε: «Ναι, βλέπω υπέροχα πράγματα!».

H κ. Σοφία Παπαδοπούλου, διευθύντρια βορείου Ελλάδος του ΑΠΕ-ΜΠΕ με τον διευθυντή του Μουσείου δρ. Τάρεκ Ταουφίκ.

Αυτά τα «υπέροχα πράγματα» από τον τάφο του διασημότερου των Φαραώ θα έχουν την ευκαιρία να θαυμάσουν, όχι αποσπασματικά αλλά για πρώτη φορά στο σύνολό τους, σε μια ολοκληρωμένη έκθεση 5.000 αντικειμένων, οι επισκέπτες του νέου αρχαιολογικού μουσείου του Καΐρου (Grand Egyptian Museum), που κατασκευάζεται στην περιοχή της Γκίζας, μια «ανάσα» από το επιβλητικό πλατό των Πυραμίδων.

H διευθύντρια βορείου Ελλάδος του ΑΠΕ-ΜΠΕ κ. Σοφία Παπαδοπούλου, σε αποστολή που έκανε πρόσφατα στην Αίγυπτο μπήκε στο νέο μουσείο του Καΐρου, θαύμασε και κατέγραψε τα έργα που γίνονται. Μίλησε επίσης με τον διευθυντή του Μουσείου δρ. Τάρεκ Ταουφίκ. Το «Νέο Φως» δημοσιεύει αποσπάσματα από το εκτενές ρεπορτάζ του ΑΠΕ-ΜΠΕ.

 

 

Το Μουσείο, όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπεύθυνος του μεγάλου αυτού έργου, δρ. Τάρεκ Ταουφίκ, αναμένεται να ανοίξει τις πύλες του το 2020, με την ακριβή ημερομηνία να ανακοινώνεται μέσα στους επόμενους μήνες, ενώ οι αρχικές σκέψεις για άνοιγμα ενός τμήματος αυτού στο τέλος του τρέχοντος έτους ή τις αρχές του 2019 εγκαταλείφθηκαν από τους ιθύνοντες, που ετοιμάζονται για λαμπερά εγκαίνια.

Λαμπερά όσο και τα 5.000 αντικείμενα του «χρυσού Φαραώ», που είναι ωστόσο ένα μόνο κομμάτι του νέου μουσείου, το οποίο θα είναι ένα από τα μεγαλύτερα στον κόσμο, με το κόστος του να «αγγίζει» το 1,1 δισ. δολάρια. Μάλιστα, η εξασφάλιση της χρηματοδότησης ήταν και μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις, με την Ιαπωνία να στηρίζει την κατασκευή, με μεγάλα δάνεια (ένα αρχικό δάνειο 300 εκατ. δολαρίων κι ένα δεύτερο των 450 εκατ., με ευνοϊκούς όρους και μεγάλη περίοδο χάριτος).

Πενήντα χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα για 50.000 εκθέματα και επιπλέον ανοιχτός εκθεσιακός χώρος 42.000τ.μ., συνθέτουν την «ταυτότητα» του νέου υπερ-μουσείου και του περιβάλλοντος χώρου, που έχουν σχεδιαστεί με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον

Το 85% των κτιριακών υποδομών είναι ήδη έτοιμο, ενώ από τα 50.000 εκθέματα που θα φιλοξενήσει το νέο μουσείο, τα 45.000 έχουν ήδη μεταφερθεί στους χώρους του. Απ’ αυτά τα 40.000 έχουν περάσει και από τη διαδικασία συντήρησης και είναι έτοιμα να κοσμήσουν τις προθήκες του- και όχι μόνο.

Από το σύνολο των εκθεμάτων, τα 20.000 θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά

Για να είναι έτοιμο το μουσείο στην ώρα του για τα εγκαίνια, περίπου 5.000 εργάτες δουλεύουν πυρετωδώς στον αχανή χώρο του εργοταξίου, ενώ στα συνολικά επτά εργαστήρια του κέντρου συντήρησης, 100 ειδικοί συντηρητές -όλοι Αιγύπτιοι, όπως με καμάρι τονίζει ο δρ. Ταουφίκ– 100 Αιγυπτιολόγοι και επιμελητές, μαζί με τα 100 μέλη του διοικητικού προσωπικού και τους 100 φύλακες δίνουν τη δική τους «μάχη» ενάντια στον χρόνο.

Τα 7.000τ.μ. του Τουταγχαμών και οι …lifestyle «πινελιές» της ζωής του

Το σύνολο του εκθεσιακού χώρου στο παλιό αρχαιολογικό μουσείο της πλατείας Ταχρίρ, στο Κάιρο, είναι 10.000τ.μ. Στο νέο μουσείο, μόνον η έκθεση για τον Τουταγχαμών θα καταλαμβάνει 7.000τ.μ., με δύο τεράστιες γκαλερί χωρισμένες σε πέντε θεματικές ενότητες. «Έχουμε την ταυτότητα και την οικογένεια του Τουταγχαμών, την ανακάλυψη του τάφου, την ταφή, την αναγέννηση κι ένα πολύ ειδικό τμήμα, που αφορά το lifestyle του Τουταγχαμών», εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο δρ. Ταουφίκ, ο οποίος είδε να γίνεται πραγματικότητα το όνειρο, όπως λέει, κάθε αρχαιολόγου, «να αναλάβει την ευθύνη ενός από τα μεγαλύτερα μουσεία του πλανήτη και μιας από τις πιο εντυπωσιακές συλλογές, αυτής του βασιλιά Τουταγχαμών».

 

«Απομακρυνόμαστε από την ιδέα του χρυσού Φαραώ και προχωράμε στη μοναδική εμπειρία τού να μεταφέρεις κάποιον στην εποχή της 18ης Δυναστείας. Πρόκειται για μια μοναδική εμπειρία σε όλο τον κόσμο. Θα μπορεί κάποιος να δει τον χρυσό θρόνο του Φαραώ και τα βασιλικά διαδήματα πλάι στα ρούχα του- από τα σανδάλια και τα κοσμήματα έως τα εσώρουχά του- και να έρθει κοντά σε έναν Φαραώ της αρχαίας Αιγύπτου. Αυτό είναι κάτι το μοναδικό και καμιά άλλη αιγυπτιακή συλλογή ανά τον κόσμο δεν έχει κάτι ανάλογο», σημειώνει ο υπεύθυνος του νέου μουσείου.

Πολλά ξύλινα αντικείμενα βρέθηκαν σε κακή κατάσταση στον τάφο του Τουταγχαμών αλλά χάρη στην επιμελή φύλαξή τους σε κιβώτια από τον Κάρτερ και την ομάδα του έφτασαν ως τις μέρες μας προκειμένου να παραδοθούν στα πολύπειρα χέρια των Αιγύπτιων συντηρητών και να ανασυσταθούν στην αρχική τους μορφή.

Όχι απλώς ένα ακόμα μουσείο, αλλά μια πραγματική εμπειρία

Καθισμένος στο γραφείο του στο Κέντρο Συντήρησης του Μεγάλου Αιγυπτιακού Μουσείου (The Grand Egyptian Museum Conservation Center), ο δρ. Ταουφίκ μιλάει με πάθος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για το μεγάλο αυτό έργο, που θα φιλοξενήσει ένα σημαντικό μέρος όχι μόνο της αιγυπτιακής, αλλά ευρύτερα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και αναμένεται να δώσει ώθηση στον ταλαιπωρημένο, τα τελευταία χρόνια, λόγω του φαινομένου της τρομοκρατίας, αιγυπτιακό τουρισμό.

Για τον σκοπό αυτό, το 2019, όπως εξηγεί, αναμένεται να εγκαινιαστεί ένα νέο αεροδρόμιο (Sphinx Airport), σε απόσταση μόλις μισής ώρας από το νέο μουσείο, προκειμένου να καταστεί ευκολότερη η πρόσβαση στην περιοχή μέσα από τους πολύβουους και συχνά χαοτικούς δρόμους της αιγυπτιακής πρωτεύουσας.

Το νέο μουσείο φιλοδοξεί να αποτελέσει πόλο έλξης όχι μόνο για ξένους αλλά και εγχώριους επισκέπτες, αφού στο ευρύτερο «συγκρότημα» θα λειτουργεί επίσης συνεδριακό κέντρο, που μπορεί να φιλοξενήσει έως 1.000 άτομα, ένας σύγχρονος χώρος για σινεμά και θέατρο, χωρητικότητας 500 ατόμων, 28 καταστήματα, 10 εστιατόρια κι ένας τεράστιος χώρος αναψυχής, όπου μπορούν να διοργανωθούν εκδηλώσεις έως 20.000 άτομα.

Οι κλεμμένες αρχαιότητες και η επιστροφή στην πατρίδα

Η Αίγυπτος, όπως και η Ελλάδα και μια σειρά από άλλες χώρες με “βαριά” πολιτιστική παράδοση ανά τους αιώνες, διεκδικεί τον επαναπατρισμό 5.000 αρχαιοτήτων που εξήχθησαν παράνομα από τη χώρα, μεταξύ αυτών αρκετά εμβληματικής σημασίας για την παγκόσμια πολιτιστική κληρονομιά.

«Η Αίγυπτος διατηρεί το δικαίωμά της να διεκδικήσει κάθε αρχαιότητα που έχει φύγει παράνομα από τη χώρα ή υπό αμφίβολες συνθήκες. Θα ζητάμε πάντα την επιστροφή αυτών των κομματιών», ξεκαθαρίζει ο δρ. Ταουφίκ, εξηγώντας, ωστόσο, πως δεν υπάρχει θέμα για τα κομμάτια που έχουν βγει με νόμιμο τρόπο από τη χώρα, «με επίσημα χαρτιά».

Φωτογραφία από το προσωπικό αρχείο της κ. Παπαδοπούλου.

Όταν η συζήτηση φτάνει σε ορισμένες από τις εμβληματικές αιγυπτιακές αρχαιότητες, που εκτίθενται σε μουσεία του εξωτερικού, όπως η Στήλη της Ροζέτας, που βρίσκεται σήμερα στο Βρετανικό Μουσείο, ο υπεύθυνος του νέου αρχαιολογικού μουσείου του Καΐρου λέει με έμφαση: «Για κάθε πολιτισμό υπάρχουν ορισμένα κομμάτια – κλειδιά για την ιστορία του. Φυσικά, θα ήταν καλό αυτά τα κομμάτια να είναι στον τόπο προέλευσής τους. Αλλά αυτό είναι κάτι που οι άνθρωποι αυτών των χωρών θα πρέπει να το αποφασίσουν με φιλικό τρόπο».

Ελληνοαιγυπτιακή συνεργασία (και) στην αρχαιολογία

Αίγυπτος και Ελλάδα μοιράζονται δεσμούς φιλίας και συνεργασίας, οι οποίοι στο πλαίσιο της τριμερούς Ελλάδας- Αιγύπτου- Κύπρου έχουν γίνει ακόμη πιο ισχυροί, αλλά τι γίνεται στο πεδίο της αρχαιολογίας; «Υπάρχει ήδη συνεργασία μεταξύ Αιγύπτου και Ελλάδας στον τομέα της αρχαιολογίας αλλά υπάρχει και πολύ μεγαλύτερη δυναμική ανάπτυξης της συνεργασίας αυτής», απαντά ο δρ. Ταουφίκ και σημειώνει πως η δυναμική αυτή δεν περιορίζεται μόνον στον τομέα των ανασκαφών αλλά επεκτείνεται και στα πεδία της μουσειολογίας και της συντήρησης αρχαιοτήτων.

«Τα υλικά είναι αρκετά παρόμοια, οι μετεωρολογικές συνθήκες συγκρίσιμες και ας μην ξεχνάμε ότι τμήμα της αιγυπτιακής ιστορίας είναι η πτολεμαϊκή περίοδος στην Αίγυπτο. Είναι ένα είδος κοινής ιστορίας και για τις δύο χώρες και μπορεί να μελετηθεί καλύτερα από κοινού», εξηγεί ο Αιγύπτιος αρχαιολόγος. «Υπάρχει τεράστια δυναμική για κοινή δουλειά και συνεργασία και καθώς οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών σε πολιτικό επίπεδο διέρχονται μια πολύ καλή περίοδο θεωρώ ότι θα υπάρξει μεγαλύτερη συνεργασία στον τομέα της αρχαιολογίας και της Αιγυπτιολογία».

*Το ρεπορτάζ δημοσιεύθηκε στο “Νέο Φως”, την εφημερίδα της Ελληνικής Κοινότητας Καΐρου, τη Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2018 (φύλλο 690).