Γράφει ο Μιχάλης Μπίσκος

Είναι γεγονός ότι η Ευρώπη από πολύ νωρίς είχε βάλει τον πολύ υψηλό στόχο της ώστε να γίνει «κλιματικά ουδέτερη» μέχρι το 2050, καταργώντας  σταδιακά την χρήση των ορυκτών καυσίμων  που συμβάλλουν στην κλιματική αλλαγή. Η «Πράσινη Μετάβαση» της Ευρώπης στην προπανδημική περίοδο ακολουθούσε γοργούς ρυθμούς ανάπτυξής, και ένα μεγάλο μέρος των πόρων του «Ταμείου Ανάκαμψης» ήταν προσαρμοσμένο σε αυτήν την κατεύθυνση.

Τονίζεται ότι σημαντικός πυλώνας της «Πράσινης Μετάβασης» είναι η μείωση της χρήσης των ορυκτών καυσίμων, γιατί η καύση τους συνδέεται κυριαρχικά με το πρόβλημα των εκπομπών και με αυτό της ανάλωσης μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων. που δεν είναι απεριόριστοι. Επίσης η «Πράσινη Μετάβαση» έχει και μεγάλη γεωπολιτική σημασία, καθώς η Δύση γενικά και ειδικότερα η Ευρωπαϊκή Ένωση στερούνται στη πλειοψηφία των χωρών της σε φυσικούς ενεργειακούς πόρους,  τους οποίους αναγκάζονται να εισάγουν από τρίτες χώρες όπως η Ρωσία και άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες.

Ωστόσο, πριν περίπου ένα χρόνο όταν ξέσπασε ο πόλεμος στην Ουκρανία με τις κυρώσεις στη Ρωσία και την προσπάθεια της Ευρώπης για απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, όλα μαζί πυροδότησαν μια με χωρίς προηγούμενο ενεργειακή κρίση. Με τις τότε συγκυρίες οι τιμές των ορυκτών καυσίμων εκτοξευθήκαν λόγω της  μειωμένης προσφοράς τους και της αυξημένης ζήτησης τους,  ενώ κάθε φορά που θα δημιουργούνται τα ίδια φαινόμενα, σίγουρα θα έχουμε και μία νέα επαναλαμβανόμενη κρίση στην ενέργεια.

Με την παρούσα ενεργειακή κρίση, πολλοί Ευρωπαίοι πράσινοι ονειροπόλοι, θεωρήσαν ότι αυτό ίσως να ήταν ένας πρώιμος καταλύτης για μία ακόμη μεγαλύτερη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Τουναντίον όμως εκείνο  που είδαμε  ήταν, να ξεκινούν στην Ευρώπη το 2022 επενδύσεις 50 δισεκατομμυρίων ευρώ, σε επιπλέον υποδομές και σε προμήθειες ορυκτών καυσίμων, μαζί με τις  εισαγωγές φυσικού αερίου και γαιάνθρακα.

Παράλληλα είδαμε τον τελευταίο χρόνο, τις  Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να δαπανούν περίπου 290 δισεκατομμύρια ευρώ σε μια προσπάθεια να προστατεύσουν τα πιο αδύναμα τμήματα των κοινωνιών τους, από τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων και των λογαριασμών ενέργειας, χρήματα τα οποία τροφοδότησαν σε μεγάλο βαθμό την αυξημένη χρήση ορυκτών καυσίμων. 

Από την άλλη μεριά επισημαίνεται ότι η Ευρώπη στο διάστημα που αντιμετωπίζει την παρούσα ενεργειακή κρίση, δεν σταμάτησε να χρησιμοποιεί τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Έτσι κατά την διάρκεια  του 2022 η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας αυξήθηκε από τα φωτοβολταϊκά κατά 32% και από τις ανεμογεννήτριες κατά 26%.

Επίσης την ίδια στιγμή, η παραγωγή ενέργειας από τα πυρηνικά εργοστάσια που συνέχισαν να κλείνουν μειώθηκε σημαντικά στο (-62%), ενώ από τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς η παραγωγή ενέργειας μειώθηκε στο (-65%) λόγω  της παρατεταμένης ξηρασίας, με αποτέλεσμα στην ίδια περίοδο η Ευρώπη να αυξάνει την κατανάλωση της σε γαιάνθρακα κατά 22%, σε λιγνίτη κατά 18% και σε φυσικό αέριο κατά 24%.

Επί πλέον η Ευρώπη στρέφεται και προς το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) όπου προγραμματίζεται έως  το 2028 να συνδεθούν στα ευρωπαϊκά δίκτυα 19 προσωρινές πλωτές μονάδες αεριοποίησης του LNG, καθώς και επτά μόνιμοι τερματικοί σταθμοί (onshore terminals). Παράλληλα στην Ευρώπη αυξάνει και η κατανάλωση γαιάνθρακα και λιγνίτη και η επανένταξη στο δίκτυο αντίστοιχων θερμοηλεκτρικών μονάδων που επρόκειτο να κλείσουν.

Με βάσει τα παραπάνω διαπιστώνεται λοιπόν ότι την ώρα που η Ευρώπη λόγω του πολέμου βρέθηκε αντιμέτωπη με την απώλεια κρίσιμων ενεργειακών ροών σε ορυκτά καύσιμα, αντί αυτή η εξέλιξη να αποτελέσει τον καταλύτη για ακόμη μία μεγαλύτερη στροφή στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, αντίθετα  η απάντησή της Ευρώπης ήταν να στραφεί ακόμα περισσότερο προς τα ορυκτά καύσιμα αναστέλλοντας έστω και προσωρινά το όραμα της «Πράσινης Μετάβασης» της.

Καταλήγοντας συμπεραίνεται ότι λόγω της παρούσης ενεργειακής κρίσης, είναι εμφανής η κόπωση που παρουσιάζει σήμερα η Ευρώπη σχετικά με την «Πράσινη Μετάβαση» της και το ερώτημα που τίθεται είναι, κατά πόσο τελικά θα μπορέσει αυτή η σημερινή Ευρώπη, να φέρει εις πέρας τον πολύ υψηλό στόχο που έχει θέσει για το 2050.

Αρέσει σε %d bloggers: