Πρωτοβουλία για την ενεργοποίηση της θρησκευτικής διπλωματίας παίρνει ο υφυπουργός Εξωτερικών, αρμόδιος για εκκλησιαστικά ζητήματα κ. Μάρκος Μπόλαρης.

Κατά την ενημέρωση των διπλωματικών συντακτών είπε ότι σε σύντομο χρονικό διάστημα θα γίνει ημερίδα με στόχο τη συστράτευση και την ενεργοποίηση του για την οικουμενικού Ελληνισμού, σε θέματα όχι μόνο θρησκευτικά αλλά και περιβαλλοντικά και πολιτιστικά έτσι «ώστε να έχουμε τον καλύτερο δυνατό συντονισμό και την παρέμβαση στα ζητήματα τα οποία επιλέγονται».


Οι δηλώσεις του Υφυπουργού Εξωτερικών κ. Μάρκου Μπόλαρη

«…Είναι σαφές ότι η ήπια πολιτική, η πολιτική στον τομέα του πολιτισμού, της παιδείας, των τεχνών, των εκκλησιαστικών θεμάτων είναι μια πολιτική η οποία ανοίγει δρόμους επικοινωνίας ανάμεσα είναι λαούς, σε χώρες, σε κράτη.

Είναι αυτή η πολιτική η οποία στη συνέχεια βοηθά την επιχειρηματικότητα, το εμπόριο, τις επιχειρήσεις, τον τουρισμό να αυξηθούν περισσότερο. Είναι συνεπώς αυτή η ήπια πολιτική εκείνη η οποία διευκολύνει τις κυβερνήσεις και τους πολιτικούς να αντιμετωπίσουν με περισσότερη ευκολία και τα σκληρά ζητήματα τον σκληρό πυρήνα των πολιτικών και των προβλημάτων που υπάρχουν ανάμεσα στις χώρες. Αυτονόητα πράγματα.

Το δεύτερο σημείο το οποίο θέλω να θέσω είναι ότι ο Οικουμενικός Ελληνισμός έχει ένα εξαιρετικό δίκτυο και στις πέντε ηπείρους. Είναι ένα δίκτυο Ελληνισμού -και του Ελλαδίτικου και του Κυπριακού– είναι ένα δίκτυο Ρωμιοσύνης, δίκτυο Ορθοδοξίας και δίπλα σε αυτά τα εξαιρετικά δίκτυα υπάρχουν, συντρέχουν και λειτουργούν και άλλα φίλια δίκτυα άλλων λαών, με τους οποίους ο Ελληνισμός έχει ιστορικές σχέσεις, και μπορούν να είναι συνεργαζόμενα.

Η σύγχρονη επιστήμη λέει ότι το δίκτυο σήμερα είναι ίσως το πολυτιμότερο όπλο που μπορεί κανείς να χρησιμοποιήσει σε όλους τους τομείς όχι μόνο στην πολιτική και στην επιχειρηματικότητα και στο εμπόριο και στις τέχνες και στον πολιτισμό. Εμείς έχουμε την πολυτέλεια να έχουμε ένα εξαιρετικό δίκτυο. Συνδυάζουμε αυτά τα δύο και διαπιστώνουμε ότι έχουμε την πρόσκληση μπροστά μας να δουλέψουμε ώστε να προωθήσουμε δράσεις ήπιας πολιτικής “soft policy”, σε συνεργασία με τα υπάρχοντα δίκτυα έτσι ώστε να παρεμβαίνουμε στο διεθνή χώρο, στα ζητήματα ήπιας πολιτικής, αλλά και στα ζητήματα του σκληρού του πυρήνα.

Στην κατεύθυνση αυτή το Υπουργείο έχει μέχρι στιγμής κάνει πέντε συναντήσεις, οι οποίες έγιναν στη λογική όσμωσης με ανθρώπους, οι οποίοι ασχολούνται, δουλεύουν, γνωρίζουν τα ζητήματα αυτά. Κάναμε τέσσερις συναντήσεις στις οποίες είδαμε ανθρώπους από αυτό το χώρο που είπα προηγουμένως, το χώρο τον εκκλησιαστικό, τον χώρο του Οικουμενικού Ελληνισμού, δηλαδή με προσωπικότητες εκκλησιαστικές, αλλά και ακαδημαϊκές και από το χώρο της διανόησης. Τέσσερις από αυτές έγιναν στην Αθήνα και μία στη Θεσσαλονίκη. Η πέμπτη συνάντηση, η οποία έγινε χθες σε αυτό εδώ το χώρο, ήταν συνάντηση στην οποία ήταν καλεσμένοι και πήραν μέρος εκπρόσωποι όλων των θρησκειών που έχουν έδρα και έχουν χώρους και κοινότητες στην Αθήνα. Δηλαδή ήταν Καθολικοί, Προτεστάντες, Μουσουλμάνοι Σουνίτες και Σιίτες, Ασσύριοι, Κόπτες, Αρμένιοι και Εβραίοι.

Είχαμε μια εξαιρετική συνάντηση, η οποία ήταν μια αρχική συνάντηση. Θέλουμε στις επόμενες εβδομάδες να έχουμε μια συνάντηση που θα γίνει πλέον, αφού κάναμε την προετοιμασία, στα fora, θα έχει μια μορφή ημερίδας. Να έρθουν οι φορείς, οι προσωπικότητες, όλοι όσοι θα προσκληθούν, θα αποδεχτούν για να συνδράμουν με τη δική τους άποψη, με τον δικό τους λόγο, με τη δική τους πρόταση, σε αυτό το οποίο έχουμε σαν σκοπό στο Υπουργείο.

Θέλουμε οι πόρτες της Ελλάδας, οι πόρτες του Υπουργείου να είναι ανοιχτές και στους ανθρώπους που είναι στον ελλαδικό χώρο, αλλά να είναι ανοιχτές τους ορίζοντες που περιέγραψα προηγουμένως, στους ορίζοντες του οικουμενικού Ελληνισμού, έτσι ώστε να έχουμε τον καλύτερο δυνατό συντονισμό και την παρέμβαση στα ζητήματα τα οποία επιλέγονται. Και μπορούν να επιλεγούν ζητήματα, τα οποία είναι θέματα εκκλησιαστικά ή θρησκευτικά, μπορεί να είναι ζητήματα τα οποία αφορούν το περιβάλλον και την κλιματική αλλαγή, να είναι ζητήματα πολιτισμού, ζητήματα εκπαιδευτικά, αθλητικά.

Ζητήσαμε απ’ όλους αυτούς τους προσκεκλημένους μας -ο κατάλογος είναι μακρύς, περίπου στα 60-70 άτομα που συζητήσαμε στις πέντε φορές αυτές, 15 περίπου κάθε φορά συνομιλητές- τη δική τους συνδρομή, τη δική τους συμβολή στη διαμόρφωση των καλύτερων δυνατών προϋποθέσεων για άσκηση μιας διπλωματίας, η οποία είναι διπλωματία που επιβεβαιώνει τη θετική δράση και παρέμβαση της χώρας στα διεθνή δρώμενα. Μιας χώρας, η οποία πιστεύει στην καλή γειτονία, πιστεύει στη φιλία, πιστεύει στις καλές σχέσεις, θέλει προαγωγή αυτών των σχέσεων σε όλα τα επίπεδα. Και εμείς εδώ στο δικό μας χαρτοφυλάκιο έχουμε τους τομείς και τις δράσεις της ήπιας πολιτικής και σε αυτήν παρεμβαίνουμε.»