Ο Ελληνισμός του Καΐρου, τηρούσε και τηρεί πιστά αρκετές από τις παραδόσεις του Ελληνικού Λαού, προσάρμοσε δε κάποιες στις συνθήκες του τόπου, μα και δημιούργησε νέες δικές του. Όταν λέμε «παράδοση» εννοούμε το σύνολο των στοιχείων του πολιτισμού (γνώση, έργα, αξίες, πρότυπα, τρόπος ζωής, συμπεριφορές, αντιλήψεις, ιδέες, έθιμα, ήθη) που μεταδίδονται από γενιά σε γενιά.
Την παράδοση τη διαμορφώνει ο απλός λαός ανάλογα με το πνευματικό και πολιτιστικό του επίπεδο. Πλησιάζοντας στο τέλος της Σαρακοστής και με την Μεγάλη Εβδομάδα «προ των πυλών», έρχεται στην μνήμη όλων των Καϊρινών η περιφορά του Επιταφίου στον Άγιο Γιώργη. Μια παράδοση που για πρώτη φορά δεν θα τηρηθεί λόγω της πανδημίας που μαστίζει την ανθρωπότητα.
Η Μεγάλη Εβδομάδα των Θείων Παθών, για κάθε πιστό είναι μια εβδομάδα κατάνυξης και θρησκευτικού μεγαλείου. Για μας τους Προσκόπους είναι και κάτι παραπάνω.
Είναι η Εβδομάδα «υπηρεσίας» (προσφοράς), είναι η εβδομάδα της «Μπάντας».
Πρόσκοποι και οι Οδηγοί προσφέρουμε τις «υπηρεσίες» μας στις εκκλησίες μας τηρώντας την τάξη και προσφέροντας βοήθεια. Βέβαια κάποια πράγματα δεν είναι όπως όταν ήμουν Πρόσκοπος, δηλαδή πριν από καμιά σαρανταπενταριά χρόνια, τότε που πραγματικά «έπρεπε» να διατηρούμε την σειρά όπως την Μεγάλη Τετάρτη για το Μέγα Ευχέλαιο, ή που καθαρίζαμε τις εικόνες με «ταλάτ χαμσάτ» την Μεγάλη Πέμπτη, μετά την ακολουθία των Παθών, ή την Μεγάλη Παρασκευή (το πρωί) για την διακόσμηση του επιταφίου, όταν οι Οδηγοί ετοίμαζαν τις λουλουδένιες γιρλάντες και εμείς οι Πρόσκοποι γυαλίζαμε τα χάλκινα τύμπανα και ρυθμίζαμε τις χορδές τους.
Επτά χρόνια μέλος και δέκα χρόνια Αρχηγός της Μπάντας, η ίδια διαδικασία η ίδια ανυπομονησία, τα ίδια αισθήματα. Θυμάμαι με πόσο καμάρι κυκλοφορούσαμε οι λίγοι τυχεροί που ήμασταν μέλη της Προσκοπικής Μπάντας.
Κάθε χρόνο 20 μέρες πριν την Μεγάλη Εβδομάδα, άρχιζαν οι πρόβες της μπάντας και ταυτόχρονα τα μαθήματα για τα υποψήφια νέα μέλη. Μετά από 10 μέρες μαθημάτων η αγωνία και το άγχος της εξέτασης από τους «ειδικούς» (βλέπε Χ.Τσιάρα, Δ.Σκουφαρίδη, Λ.Πάτσαλη, Α. Κερμιτζόγλου κ.α.). Όταν πέτυχα αισθάνθηκα ότι κατέκτησα τον κόσμο όλο. Το 1977 ήταν η χρονιά που η μπάντα δέχθηκε αρκετά νέα μέλη περισσότερα από τα τύμπανα που υπήρχαν (τα τύμπανα ήταν σε 9 τριάδες εκτός της γκρανκάσες πιάτα και σάλπιγγες).
Δεν με ενόχλησε καθόλου που την πρώτη φορά που «έπαιξα» στην μπάντα, το τύμπανο που μου έδωσαν ήταν πιο βαρύ από μένα, νοικιασμένο από το Μοχάμεντ Άλι και έβγαζε ένα ήχο στυλ «χασαμπάλα», άσε που ήμουν στην τελευταία τριάδα, μπροστά από τις 2 «γκρανκάσες» και τα 2 «πιάτα», με αποτέλεσμα να μην ακούω ποιο «ρούλο» φώναξε ο Αρχηγός για να παίξουμε. Αυτό που μετρούσε είναι ότι είμαι μέλος της μπάντα, να με καμαρώσει η Μητέρα ο Πατέρας και όλο το σόϊ να παίζω, μα και να προσέχω το πλήθος των προσκυνητών που έπεφτε πάνω μας, μας σπρώξει και φύγουν οι μπαγκέτες από τα χέρια μας και να πέσουν κάτω ή το χειρότερο το πιο ατιμωτικό να σκίσουν την μεμβράνη.
Πιστεύω ότι τα ίδια αισθήματα δέους είχαν και τα μέλη της Μπάντας των Προσκόπων κατά την πρώτη επίσημη εμφάνιση τους στον Ι.Ν. Αγίου Νικολάου (στο Χαμζάουϊ) στις 13.12.1913.
Η σύσταση μπάντας ήταν από τα πρώτα μελήματα του Μάρκου Λιούφη, ιδρυτή των Προσκόπων στο Κάιρο, ο οποίος έκανε παραγγελία κρουστών και πνευστών στον «οίκο ΠΑΠΑΖΙΑΝ» (8 τύμπανα, μία γκρανκάσα, 8 σάλπιγγες και 24 φλάουτα). Την Διεύθυνση της ΜΠΑΝΤΑΣ και την διδασκαλία των τυμπανιστών ανέλαβε ο γνωστός Βιβλιοπώλης του Καΐρου Σταύρος Καραμαλίκης των δε σαλπιγκτών Αλ. Αλεξάτος. Το 1922 η Μπάντα των Προσκόπων αντικατέστησε την Φιλαρμονική του Καΐρου. Αξιοσημείωτο είναι ότι το 1934 η Μπάντα των Προσκόπων γιορτάζοντας τα 20 χρόνια της, καθώς και τα 10 χρόνια Αρχηγίας του Κ. Τσακιρόπουλου οργάνωσε συναυλία που παρακολούθησαν 2000 θεατές.
Η Μπάντα των Προσκόπων από την ίδρυσή της πριν 107 χρόνια ήταν παρούσα παιανίζοντας σε παρελάσεις εθνικών και μη επετείων, της παροικίας μας, δίνοντας μια άλλη διάσταση στις εκδηλώσεις αυτές. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην περιφορά των επιταφίων, αρχικά σε όλες τις εκκλησιές της παροικίας μας και σήμερα στον Άγιο Γιώργη και στον Κοινοτικό Καθεδρικό Ναό. Όλοι οι Πρόσκοποι, που παίξαμε τύμπανο ή σάλπιγγα από το 1913 μέχρι και σήμερα, μοιραζόμαστε τα ίδια αισθήματα που νιώσαμε όταν γίναμε για πρώτη φορά μέλη της ιστορικής μπάντας μας.
*Το κείμενο του κ. Μελαχροινούδη είναι προδημοσίευση από την Πασχαλινή έκδοση της εφημερίδας “Νέο Φως”.
*Οι φωτογραφίες προέρχονται από τους Προσκόπους και ανήκουν στο αρχείο τους, οι οποίοι μας τις παραχώρησαν ευγενικά για το άρθρο το οποιο διαβάζετε. Σε αυτούς ανήκουν και τα πνευματικά δικαιώματα.