Βασίλης Α. Πουλαρίκας

Η πρώτη γνωριμία μου με την Άντυ Ελ ‘Αραμπυ, ήταν όταν την είδα σε βίντεο να παραλαμβάνει το πτυχίο της Ελληνομάθειας στην εκδήλωση του Πολιτιστικού Κέντρου Καΐρου το 2020.  

Μόλις είδα την όψη της Άντυ και άκουσα τον τόνο της φωνής της μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να την γνωρίσω καλύτερα και να καταλάβω ποιο ήταν  το κίνητρο της, ο σπινθήρας της ψυχής που όπλισε με αποφασιστικότητα αυτό το νέο κορίτσι από την Αίγυπτο με καθολικό προβλήματα όρασης να μάθει την Ελληνική γλώσσα και να υπομείνει την βάσανο της δωδεκάωρης συνεχούς εξέτασης στο σύστημα Μπράιγ, για να πάρει με «Άριστα» το ανώτατο πτυχίο Ελληνομάθειας.

«Νομίζω ότι τα έχω πει όλα. Τι άλλο μένει να σας πω» μου είπε ευγενικά στο τηλέφωνο.

Θέλω να καταλάβω της απάντησα  ποιο είναι «το ποιητικό στοιχείο» που σε ενώνει με την γλώσσα μου την Ελληνική. Και θέλω να μάθω τι βρήκες πίσω από την κουρτίνα της γλώσσας που η έλλειψη της όρασης, σου αποκάλυψε.

«Πότε θέλετε να συναντηθούμε; μου απάντησε. Τι θα λέγατε να μιλούσαμε στον Ελληνικό Ναυτικό Όμιλο; Μου αρέσει πολύ αυτό το μέρος. Με ταξιδεύει»

Συναντηθήκαμε λοιπόν ένα δροσερό απόγευμα στα τέλη του Αυγούστου στο μέρος που διάλεξε η Άντυ. Στον Ελληνικό Ναυτικό Όμιλο Καΐρου.

Ήρθε συνοδευόμενη από την μαμά της Noha El Malah. Mια γυναίκα με ιδιαίτερα ευγενική φυσιογνωμία που από την πρώτη στιγμή κατάλαβα  ότι είχε κληροδοτήσει στην Άντυ το χαρακτηριστικό της ευγενικής ψυχής. Στο αυτοκίνητο τους περίμενε ο πατέρας της Μοχάμεντ Ρασάντ Ελ Άραμπι, γνωστός και βραβευμένος Αιγύπτιος συγγραφέας με τα δύο της αδέλφια.

Ο ήλιος είχε αρχίσει το ταξίδι του προς την Δύση και τα χρώματα πάνω στον Νείλο από τις ακτίνες του ήταν μαγικά. Ένας συνεχής χρωματισμός που παλλόταν αδιάκοπα πάνω στα κινούμενα  νερά του μεγάλου ποταμού. Ένα ακόμα ηλιοβασίλεμα στον Νείλο. Αισθάνθηκα τυχερός που το έβλεπα, αλλά ένα στενάχωρο συναίσθημα πίεσε το στέρνο μου καθώς το βλέμμα μου γύρισε προς την Άντυ και κατάλαβα ότι αυτή δεν μπορεί να το απολαύσει με τα δικά της μάτια.

Πόσο λάθος έκανα τελικά, με αυτή μου την περιοριστική σκέψη. Και φυσικά το κατάλαβα, στην συνέχεια της κουβέντας μας.

Πες μου λίγα λόγια για το πως ξεκίνησες; Ποια ήταν η πρώτη σου επαφή με την Ελληνική γλώσσα;

Το ταξίδι μου με την γλώσσα ξεκίνησε το 2011. Πήγαινα σε ένα διεθνές σχολείο, αλλά όχι κάτι ειδικό για ανθρώπους με προβλήματα όρασης. Ένα κανονικό σχολείο Ζούσα φυσιολογικά  όλη την ζωή μου. Δεν ένιωθα διαφορετική. Αγάπησα την Ελλάδα από την ιστορία που διδασκόμουνα στο σχολείο. Διάβαζα για τον Μέγα Αλέξανδρο και τους Έλληνες  και ένιωθα ότι, αν και είμαι Καϊρινή, έχω αφήσει ένα κομμάτι της ψυχής μου στην Αλεξάνδρεια.

Αισθανόμουν ότι ήθελα να γνωρίσω την Ελλάδα σε βάθος γιατί θεωρούσα πολύ σημαντική την συνεισφορά του Μεγάλου Αλεξάνδρου,αλλά και των νεότερων Ελλήνων στην χώρα μου. Με γοήτευε η ατμόσφαιρα στις Ελληνικές παροικίες τους δύο προηγούμενους αιώνες. Και ένιωθα ότι έπρεπε να κάνω κάτι και εγώ για ανταπόδοση αυτής της προσφοράς. Όταν ήμουν 13 ετών άκουσα για πρώτη φορά την Ελληνική εκπομπή του Καΐρου στο ραδιόφωνο. Μαγεύτηκα από τον ήχο της γλώσσας. Αγάπησα τις φωνές των εκφωνητών και αποφάσισα να μάθω την γλώσσα,  ακούγοντάς τους κάθε μέρα.

Τι ήταν αυτό που σε τράβηξε σε αυτούς τους ανθρώπους; Μίλησέ μου λίγο για την σχέση σου μαζί τους.

 Ηχογραφούσα σε cd  τις φωνές τους, και τους άκουγα πάλι και πάλι αφού είχε τελειώσει η εκπομπή όπου και να ήμουνα. Ήθελα να κρατάω την φωνή τους μαζί μου. Τους αγαπούσα βαθιά. Προσπαθούσα να ενώνομαι μαζί τους ψυχικά μέσα από τον ήχο της γλώσσας.

Σιγά σιγά μάθαινα τα Ελληνικά ακούγοντάς τους, με την βοήθεια φωνητικών λεξικών. Η χαρά μου ήταν μεγάλη που μπορούσα σιγά σιγά να τους καταλαβαίνω. Ποτέ στην ζωή μου δεν νοιάστηκα να ξέρω την μορφή κανενός. Αλλά για αυτούς τους ανθρώπους φανταζόμουνα την μορφή τους. Έφτιαχνα με το μυαλό μου ιστορίες και ζούσα μέσα σε αυτές  για το τι κάνουν πίσω από το μικρόφωνο, πως περνούν το διάλλειμά τους στο στούντιο. Πως προετοιμάζουν την επόμενη εκπομπή τους.

Πέρασαν δύο χρόνια μέχρι να πάρω θάρρος για να τους τηλεφωνήσω. Και τότε συνέβη κάτι μαγικό. Εντυπωσιάστηκαν με αυτά που είχα κάνει ερήμην τους όλα αυτά τα χρόνια  και μια βαθιά σχέση ξεκίνησε μαζί τους. Μιλούσαμε κάθε μέρα στο τηλέφωνο, για ώρες πολλές, για όλα τα θέματα της καθημερινότητας. Ό καθένας έλεγε τα προσωπικά του θέματα και τα συζητούμε όλα, σαν μια αγαπημένη οικογένεια. Για να καταλάβετε  στο τέλος, κουραζόμασταν πολύ μετά από ώρες πολλές στο τηλέφωνο και έπρεπε κάποιος να κλείσει. Αλλά κανείς δεν το αποφάσιζε. Κανείς δεν έπαιρνε την πρωτοβουλία. Και συνεχίζαμε μέχρι να το αποφασίσουμε όλοι μαζί, από κοινού. Να μην υπάρχει κάποιος που να θέλει να πει κάτι ακόμα, κάτι τελευταίο. Και μόνο τότε κλείναμε, μέχρι την επόμενη ημέρα.

Γίνανε η οικογένειά μου από το πρώτο μας τηλεφώνημα. Τους αγάπησα προσωπικά και βαθιά. Ο κύριος Δημήτρης Νεποτάκης, η κυρία Χρυσούλα Θεοχάρη και η συχωρεμένη η Στέλλα Καβουριάρη, που από την πρώτη μας συνομιλία μου έλεγε να την λέω γιαγιά , γιατί με ένιωθε σαν εγγονή της. Και ήθελα να σας το πω αν δεν το ξέρετε ότι η Στέλλα Καβουριάρη είναι η μητέρα της πολύ γνωστής και αγαπητής ηθοποιού Λάιλα Έλουι. Μου έλεγε λοιπόν η συχωρεμένη η Στέλλα Καβουριάρη, ότι της έδωσα χαρά και κίνητρο για ζωή. Έχω πολύ καιρό να ξενυχτήσω έλεγε, και να δουλεύω χωρίς να κουράζομαι για να προετοιμάζω την εκπομπή. Με έκανες να αισθάνομαι μικρή, γεμάτη έρωτα για την ζωή.

Με έπαιρνε τηλέφωνο από παντού για να μαθαίνει τα νέα μου. Νοιαζόταν για την πρόοδό μου και όταν προς το τέλος της ζωής της ένιωθε ότι «φεύγει», προσπαθούσε να μου δώσει κουράγιο και δύναμη, για να αντέξω την στιγμή που δεν θα είναι πια κοντά μου. Μου τηλεφωνούσε από την εντατική του νοσοκομείου και μου έλεγε να μην ανησυχώ. Μέχρι την τελευταία ώρα. Πέθανε και πήρε ένα μέρος από την ψυχή μου μαζί της. Αυτή η γυναίκα έκανε μαζί μου πράγματα που δεν είχαν κάνει οι άνθρωποι της οικογένειάς μου. Είναι ένας άνθρωπος που χάραξε την ζωή μου ανεξίτηλα και δεν θα ξεχάσω ποτέ.

Πώς συνέχισε η σχέση σου μαζί τους και η επαφή σου με την Ελληνική γλώσσα; Και τί άλλο έφερε στην ζωή σου αυτό το υπέροχο ταξίδι;

Ο κύριος Δήμήτρης Νεποτάκης άρχισε να δουλεύει μαζί μου πάνω στην βάση της  γλώσσας. Έφερνε σχολικά βοηθήματα γλώσσας, μου τα διάβαζε στο τηλέφωνο και εγώ τα έγραφα με το δικό μου σύστημα, το μπράιγ. Αντιγράφαμε ολόκληρα λεξικά. Τετρακόσιες, πεντακόσιες λέξεις . Και τις μάθαινα όλες. Μου έφερνε τα γράμματα του αλφάβητου κομμένα σε χαρτόνι, για να αγγίζω το σχήμα τους. Βέβαια εγώ έγραφα στο δικό μου σύστημα, αλλά ήθελε να τα αγγίξω τα γράμματα, να νιώσω το σχήμα τους, και ας μην τα γράψω ποτέ. Το Άλφα, το Έψιλον το Ωμέγα, το Βήτα. Τώρα που σας μιλάω τα φέρνω στο μυαλό μου και θυμάμαι αυτές τις ωραίες στιγμές που έζησα.

 Αλλά δεν μέναμε μόνο στην γραμματική, στο λεξιλόγιο και στο συντακτικό. Μιλάγαμε για τα πάντα που είχαν να κάνουν με την Ελλάδα. Για τον ήλιο και την θάλασσα. Για το φώς το Ελληνικό. Για τις παραδόσεις και τους μύθους, την ιστορία και το πολιτισμό. Τις εθνικές και τα ονομαστικές  εορτές. Μου μάθαινε τα νησιά, και τα κρυμμένα μικρά χωριά στις βουνοκορφές της Πίνδου. Μου μιλούσε για την πανέμορφη φύση της Ελλάδας, τα δάση και τα ποτάμια με τα ορμητικά νερά. Μέσα από ατελείωτες ιστορίες, μου γνώρισε  όλα τα μέρη που ο ίδιος είχε ταξιδέψει. Και ταξίδευα και εγώ μαζί του. Και έβλεπα ξανά και ξανά μπροστά μου, το κομμάτι του εαυτού μου που ταυτίζεται με την Ελλάδα. Και χαιρόμουνα πολύ για αυτό. Ένιωθα πραγματικά ευτυχισμένη.

Όταν τελείωσα όμως  την γλωσσική εκπαίδευση μου ήθελα να πάρω ένα πτυχίο που να πιστοποιεί ότι μιλάω Ελληνικά. Αποφάσισα να πάω στο τμήμα Κλασικών σπουδών του Πανεπιστημίου του Καΐρου.

Παρά τις πολλές δυσκολίες που αντιμετώπισα στην αρχή, λόγω του ότι δεν υπήρχε πρόβλεψη για φοίτηση ατόμων με προβλήματα όρασης , τα κατάφερα και με δέχτηκαν, και πήρα την πρώτη θέση με βαθμό Άριστα για το πρώτο έτος. Στην συνέχεια και αφού τελείωσα το πρώτο έτος  μετέφερα τα χαρτιά μου στο τμήμα Νεοελληνικών σπουδών και με υποχρέωσαν να ξεκινήσω από την αρχή. Από το πρώτο έτος, κάτι που δεν με ενόχλησε καθόλου. Έπεσα με τα μούτρα στην μελέτη και κάθε μέρα που περνούσε ένιωθα όλο και πιο ανάλαφρη και ελεύθερη. Έκανα κάτι που αγαπούσα πολύ και η ανταπόδοση ήταν μεγάλη.

Στο δεύτερο έτος της σχολής με πήρε τηλέφωνο ο κύριος Παπαδόπουλος, ο Διευθυντής του Πολιτιστικού Κέντρου Καΐρου και με ενημέρωσε για το πτυχίο της Ελληνομάθειας. Στην αρχή δίστασα αλλά μετά  αποφάσισα να δώσω για την ανώτερη βαθμίδα του πτυχίου. Στο μυαλό μου είχα την «γιαγιά» την συχωρεμένη την Στέλλα Καβουριάρη, τον κύριο Νεποτάκη και την κυρία Θεοχάρη από το Ραδιόφωνο και όλους αυτούς που με βοηθήσανε και πιστέψανε σε εμένα όπως την κυρία Αργυρώ Ταυρίδου καθηγήτρια μου στο Πανεπιστήμιο που πάντα με έσπρωχνε να πάω μακρύτερα το ταξίδι μου, να προκαλέσω τον εαυτό μου και να μην εφησυχάσω με αυτά που ήδη έχω καταφέρει. Ήθελα λοιπόν να τους δώσω χαρά και να τους  κάνω περήφανους για εμένα.

 Έδωσα εξετάσεις για 12 συνεχόμενες ώρες  και στο τέλος το πήρα το πτυχίο. Ένιωσα ότι ήταν ένα δώρο από τον Θεό. Ήμουν ευτυχισμένη. Βέβαια δεν μπορούσαν να φανταστώ τι θα επακολουθούσε. Βραβεύσεις και τιμές από την Ελληνική πολιτεία και από την Ελληνική Κοινότητα του Καΐρου, συνεντεύξεις από τα Ελληνικά και τα Κυπριακά μέσα ενημέρωσης. Δεν μπορούσα να το πιστέψω. Έλεγα στο εαυτό μου ότι: «εγώ ένα πτυχίο πήρα». Τι έκανα πια …τόσο μεγάλο, για να αξίζω τέτοιες τιμές και βραβεύσεις.

Έκανες κάτι το οποίο συγκίνησε. Αγάπησες τόσο πολύ την γλώσσα και όρμησες πάνω της με πάθος. Και μέσα από την γλώσσα άγγιξες τις καρδιές των ανθρώπων. Αυτό έκανες. Και αυτό ήταν πραγματικά μεγάλο και άξιζε να ειπωθεί και να βραβευτεί. Πες μου όμως κάτι άλλο σε παρακαλώ. Τι σημαίνει για εσένα η Ελλάδα;

Για εμένα η Ελλάδα είναι ένα μέρος από την ψυχή μου, ένα κομμάτι από την ταυτότητά μου, ένα στοιχείο από το «εγώ» μου. Αντιλαμβάνομαι πλέον τον εαυτό μου μέσα από το Ελληνικό βίωμα. Η Ελλάδα είναι η πατρίδα της καρδιάς μου και χαίρομαι που ο Θεός μου έδωσε μια τέτοια κατεύθυνση στην ζωή μου. Όταν μιλάω την γλώσσα την Ελληνική, που από τα αρχαία χρόνια του Ομήρου, ταξιδεύει αναλλοίωτη στις μέρες μας νιώθω ότι ταυτίζομαι και ταλαντώνομαι στην συχνότητα αυτής της μεγάλης και ωραίας χώρας. Και μιλώντας απλά την γλώσσα, ταξιδεύω στον χρόνο και στον χώρο. Αυτό είναι για εμένα η Ελλάδα και η γλώσσα η Ελληνική.

Το γεγονός ότι γεννήθηκες με ένα σοβαρό πρόβλημα όρασης, ήταν για εσένα κατά κάποιο τρόπο τροχοπέδη στα όνειρα και στα σχέδια της ζωής σου;

Ευχαριστώ τον Θεό κάθε μέρα για αυτό. Δεν θα το πιστέψετε αυτό που λέω, αλλά είναι αλήθεια. Ποτέ μου δεν με ενόχλησε ότι δεν βλέπω. Δεν το σκεφτόμουν καθόλου. Ο κόσμος όπως τον βλέπω εγώ, είναι όπως τον έφτιαξε ο Θεός. Βλέπω την καθαρή ενέργεια που μας περιβάλλει. Η εικόνα των πραγμάτων που προβάλλει στο μυαλό μας η όραση, είναι νομίζω κάποιες φορές μια επίμονη παραμόρφωση της πραγματικότητας. Εγώ βλέπω πίσω από αυτή την οπτική βεβαιότητα. Και είμαι ευτυχισμένη. Και από τα πράγματα που έχω κάνει στην ζωή μου, που δεν τα λές και λίγα μάλλον δεν με έχει σταματήσει το γεγονός ότι δεν βλέπω(γέλια).

Ποια είναι τα όνειρα και τα σχέδια σου για το μέλλον. Τι είναι αυτό που θέλεις από τη ζωή;

Θέλω να επιστρέψει «η ατμόσφαιρα η παλιά» της Ελληνικής παροικίας στην Αίγυπτο. Με την Ελληνική κοινότητα ακμάζουσα σε όλους τους τομείς. Στο εμπόριο, στο πολιτισμό, στην εκπαίδευση. Θα ήθελα να ζήσω στο κλίμα του προηγούμενου αιώνα που οι Έλληνες έκαναν αισθητή την παρουσία του στην Αίγυπτο. Που όλοι οι Αιγύπτιοι ήξεραν κάποιες λέξεις Ελληνικές και με κάποιο τρόπο είχαν σχέση με κάποιον Έλληνα. Είτε ως γείτονα, είτε ως συνεργάτη, είτε ως φίλο.

Ξέρω όμως ότι αυτό είναι δύσκολο και για να γίνει πραγματικότητα θα πρέπει όλο και περισσότερος κόσμος να γνωρίσει την Ελληνική γλώσσα και τις παραδόσεις του λαού. Αλλά δεν χάνω την ελπίδα μου και όπου σταθώ και όπου βρεθώ προσπαθώ να πείσω τον κόσμο να μάθει Ελληνικά.

Μια άλλη μου κρυφή επιθυμία μέσα από την καρδιά μου είναι να πάρω και την Ελληνική υπηκοότητα, μαζί με την Αιγυπτιακή, γιατί αισθάνομαι Ελληνίδα στην ψυχή μου και νιώθω ότι το δικαιούμαι. Και το είχα ζητήσει να σας θυμίσω και από τον Υφυπουργό τον κύριο Βλάση την ημέρα της βράβευσής μου το 2020.

Και σαν τελευταία ευχή και επιθυμία θα ήθελα να συναναστραφώ επαγγελματικά με Έλληνες. Να βρω μια δουλεία που να με φέρνει όλο και πιο κοντά στην Ελλάδα. Είμαι σίγουρη και αισιόδοξη πως τα όνειρά μου κάποια μέρα σύντομα θα γίνουν πραγματικότητα.

Η Άντυ με την οικογένειά της στον Ελληνικό Ναυτικό Όμιλο του Καΐρου.