Ο Άγ. Νεκτάριος κατά κόσμον Αναστάσιος Κεφαλάς γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1846 στην Σηλυβρία της Θράκης. Εκεί έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Στην Κωνσταντινούπολη εργαζόμενος συμπλήρωσε τις σπουδές του και στην συνέχεια διορίσθηκε ως δάσκαλος στο χωριό Λιθί της Χίου. Ο πόθος του για την αγγελική πολιτεία, την μοναχική ζωή, τον οδήγησε κοντά στον ενάρετο μοναχό Όσιο Παχώμιο της Ιεράς Νέας Μονής της Χίου.
Εκεί στις 7 Νοεμβρίου του 1876 έγινε μοναχός και στις 15 Ιανουαρίου του 1877 διάκονος. Με την οικονομική βοήθεια του Ιωάννου Χωρέμη και των αδελφών του και με την ευλογία του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Σωφρονίου συνεχίζει τις σπουδές του στην Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στις 13 Νοεμβρίου 1885 λαμβάνει το πτυχίο του και μεταβαίνει στην Αλεξάνδρεια. Ο Πατριάρχης Σωφρόνιος τον χειροτονεί πρεσβύτερο την 23η Μαρτίου 1886
στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Σάββα και τον τιμά λίγο αργότερα με το οφφίκιο του Μεγάλου Αρχιμανδρίτου και του πνευματικού. Οι αρετές του, το νήσιο εκκλησιαστικό του φρόνημα και η θεολογική και διοικητική του κατάρτιση, οδηγούν τον γηραιό Πατριάρχη Σωφρόνιο να του αναθέσει την δύσκολο θέση του Πατριαρχικού Επιτρόπου Καΐρου. (Σεπτέμβριος 1886) Γράφει ο Σωφρόνιος προς τον έμπιστό του Μητροπολίτη Θηβαΐδος Ματθαίο «Εις την εν τω Πατριαρχείω Καΐρου κενωθείσαν θέσιν της Αντιπροσωπείας μας ως και της διαχειρίσεως των υποθέσεων μας εδιορίσαμεν Άνδρα της εμπιστοσύνης μας και πεπαιδευμένιν και με τα ανήκοντα προσόντα» (13/9/1886).
Σε μικρό χρονικό διάστημα τον χειροτονεί στον Πατριαρχικό Ναό του Αγίου Νικολάου Χαμζάουϊ την 15η Ιανουαρίου 1889 Μητροπολίτη Πενταπόλεως. Ο Άγιος με πολύ ζήλο αρχίζει το έργο του. Λειτουργεί και ομιλεί στους ναούς του Καΐρου και των γύρω επαρχιών.
Φροντίζει δια τον καλλωπισμό του Πατριαρχικού Ναού του Αγίου Νικολάου τον οποίο στολίζει με αγιογραφίες του Ε. Αρμενόπουλου. Ανακαινίζει τα κτίρια της Πατριαρχικής Επιτροπείας. Διασώζει σειρά ιερών εικόνων που βρίσκει σε υπόγειες αποθήκες της Ιεράς Μονής του Αγίου Γεωργίου κ.α. Με θάρρος προασπίζεται των δικαιωμάτων του Αλεξανδρινού Θρόνου και πολλά θέματα που βρίσκονται σε εκκρεμότητα βρίσκουν την λύση τους. Στον προαύλιο χώρο του Ιερού Ναού Αποστόλου Μάρκου στο προάστιο Χάρετ αλ Ρούμ δια τους πτωχούς της πόλεως κτίζει 17 οικήματα δια την στέγαση τους. Παράλληλα αρχίζει και την συγγραφή των σπουδαίων θεολογικών του συγγραμμάτων. Το 1888 έκανε την έκδοση του βιβλίου της μελέτης του «Περί των Ιερών Συνόδων και των δύο πρώτων Οικουμενικών Συνόδων» την οποία αφιέρωσε στον μεγάλο ευεργέτη του Πατριάρχη Σωφρόνιο. Η έντονη προσωπικότητά του, η όλη δραστηριότητά του, η αρετή και η καρδιακή του αγάπη προς πάντας κίνησε τον φθόνο δυστυχώς και εκκλησιαστικών προσώπων να τον συκοφαντήσουν στον γηραιό Πατριάρχη ότι επεδίωκε την ανάρρησή του στον Πατριαρχικό Θρόνο. Δυστυχώς οι συκοφαντίες βρήκαν απήχηση.
Με επιστολή του ο Σωφρόνιος την1η Ιουλίου 1890 τον απαλλάσσει από τα καθήκοντά του Πατριαρχικού Επιτρόπου και εν συνεχεία του κοινοποιείται την 11η Ιουλίου 1890 το Απολυτήριο Γράμμα. Ο Άγιος με ιώβειο υπομονή και προσευχή δέχεται αυτή την τόσο άδικο απόφαση εναντίον του… Παίρνει πικραμένος τον δρόμο της εξορίας προς την Ελλάδα όπου και εκεί συναντά πολλούς πειρασμούς, συκοφαντίες θλίψεις και στενοχώριες… Ποτέ δεν κράτησε κακία σε κανέναν. Πολλές φορές έστειλε επιστολές σεβασμού και αγάπης στον Πατριάρχη του και ας τον είχε αδικήσει κατάφορα. Οσιακά τελειώνει τον βίο του το απόγευμα της 8ης Νοεμβρίου 1920 στο Αρεταίειο Νοσοκομείο της Αθήνας. Η ταφή του Λειψάνου του έγινε στο αγαπημένο καταφύγιο του την Ιερά Μονή της Αγίας Τριάδος Αιγίνης την οποία ο ίδιος με προσωπικά του έξοδα, πόνο και μόχθο εκ θεμελίων ανέγειρε. Τα σεπτά του λείψανα έγιναν πηγή αγιασμού και ιάσεως παντοίων ασθενειών.
Το Κάιρο το αγάπησε αλλά και οι Έλληνες πάροικοι τον αγάπησαν και τον εκτίμησαν πολύ. Για τον λόγο αυτό μετά από πίεση των λαϊκών παραγόντων, που τότε είχαν δικαίωμα ψήφου στην Πατριαρχική εκλογή, επέστρεψε στο Κάιρο τον Σεπτέμβριο του 1899, μετά την κοίμηση του Σωφρονίου, για την εκλογή νέου Πατριάρχου. Τελικά το κλίμα δεν ήταν τόσο ευνοϊκό. Από τον Πατριάρχη Φώτιο ζήτησε την αποκατάστασή του στον Αλεξανδρινό Θρόνο. Απάντηση δεν έλαβε. Πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε. Η Αγία μας Εκκλησία με Πατριαρχική πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου την 20η /4/1961 ανέγραψε επίσημα το όνομα Του στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας επιβεβαιώνοντας την συνείδηση του λαού. Τα θαύματά του χιλιάδες σ’ όλη την οικουμένη.
Ο Πατριάρχης Πέτρος μαζί με την Ιερά Σύνοδο του Πατριαρχείου μετέβησαν την 15η Ιανουαρίου 2001 στην Αίγινα και ζήτησαν συγγνώμη από τον Άγιο για την συμπεριφορά εκείνων που τον συκοφάντησαν, τον πίκραναν και τον εκδίωξαν… Ο Άγιος επέστρεψε και πάλι στην Θεοβάδιστο γη της Αιγύπτου, στην Μεγάλη πόλη της Αλεξάνδρειας και του Καΐρου με την έλευση τμημάτων εκ των Ιερών Του Λειψάνων δια των οποίων ευλογεί και αγιάζει πάντας τους ασπαζομένους αυτά.
«Λάμπει κλεινή Αλεξάνδρεια και Καΐρου πόλις, γηθοσύνως τέρπεται επί τη εορτή σου Άγιε» «Άγιε Νεκτάριε του Καΐρου το κλέος, Αφρικής απάσης τε και Αιγύπτου η δόξα, φύλαττε Πάτερ πάντας ασινείς, τους ευσεβώς τε πιστώς σε γεραίροντας» (Από την ακολουθία του Αγίου).